• Το Γνωρίζατε;
  • Ψάχνοντας να βρούμε αντικείμενα, όπως κλειδιά, τηλεκοντρόλ κ.α, χάνουμε ένα χρόνο από τη ζωή μας.

Ιστορία και εξέλιξη των ημερολογίων

Συντονιστής: Agrafos

Άβαταρ μέλους
Admin
Διαχειριστής
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 554
Εγγραφή: Σάβ 27 Ιουν 2009, 15:47
Γένος:
Ελλάδα

Ιστορία και εξέλιξη των ημερολογίων

Δημοσίευση από Admin »

Η προσπάθεια του ανθρώπου να ορίσει μονάδες μέτρησης χρόνου μεγάλης κλίμακας, όπως το έτος και τα πολλαπλάσιά του, ανάγεται στα πρώτα ιστορικά χρόνια. Το σημαντικότερο νοητικό εργαλείο που χρησιμοποίησε ο άνθρωπος προκειμένου να επιτύχει αυτόν το στόχο ήταν η διαισθητική ενότητα και σχέση που ανέπτυξε ανάμεσα στις έννοιες χρόνος και ρυθμός. Η δυνατότητα μέτρησης μεγάλων μονάδων χρόνου, στηρίχτηκε εξ αρχής στην ανακάλυψη της περιοδικότητας συγκεκριμένων αστρονομικών φαινομένων. Η μελέτη της περιοδικότητας των ουράνιων αλλά και των γήινων φαινομένων, όπως οι εποχές, μέσω λεπτομερών και μακροχρόνιων καταγραφών, γέννησε την έννοια του Ημερολογίου.
Η πρώτη μονάδα χρόνου που ανέπτυξε διαισθητικά ο άνθρωπος είναι εκείνη του Ημερονυκτίου. Αυτή η αρχέγονη χρονική μονάδα δεν εκφυλίστηκε με το πέρασμα του χρόνου. Ολοι οι πολιτισμοί που δημιούργησαν συστήματα μέτρησης χρόνου, δέχονταν ως ακέραια πολλαπλάσια του ηλιακού ημερονυκτίου τις μονάδες μέτρησης χρόνου μεγαλύτερης κλίμακας, ακόμα και αν οι μεγάλες αυτές χρονικές μονάδες δεν θεμελιώνονταν πάνω στην ηλιακή κίνηση, αλλά στις κινήσεις άλλων ουράνιων σωμάτων. Επίσης η ανάπτυξη των γεωργικών καλλιεργειών οδήγησε τον άνθρωπο στην διαπίστωση της ύπαρξης και της εναλλαγής των Εποχών.
Για μια μεγάλη χρονική περίοδο οι Κλιματολογικές Εποχές ήταν μιά πολύ σημαντική μονάδα μέτρησης χρόνου επειδή έπαιζαν σπουδαίο ρόλο στην κοινωνική συγκρότηση εκείνης της περιόδου. Η πρόβλεψη των εποχών έδινε στον άνθρωπο την δυνατότητα να προβλέπει και να αντιμετωπίζει φυσικά φαινόμενα, όπως οι βροχές και η ξηρασία ή να προσδιορίζει περιόδους όπως της σποράς και του θερισμού. Με το πέρασμα του χρόνου όμως διαπιστώθηκε ότι δεν μπορούσε να καθοριστεί ακριβώς ο χρόνος έναρξης κάθε εποχής, γιατί μία τέτοιου είδους μέτρηση βασισμένη στα κλιματολογικά φαινόμενα ήταν ασαφής και ακανόνιστη. Για τον λόγο αυτό οι ανθρώπινες κοινωνίες στράφηκαν σε πιο σταθερά φυσικά φαινόμενα πάνω στα οποία στήριξαν την δημιουργία των ημερολογίων. Ενα από αυτά τα φαινόμενα ήταν η ανατολή και η δύση κάποιων λαμπρών άστρων.
Οι Αιγύπτιοι και οι Χαλδαίοι χρησιμοποιούσαν 36 λαμπρά άστρα που η ανατολή τους σηματοδοτούσε την έναρξη 36 δεκαημέρων του έτους (36χ10=360 ημέρες).Οι αρχαίοι Έλληνες την εποχή του Ησίοδου (8ος π.χ. αιώνας), πριν από τον σχηματισμό του κανονικού τους ημερολογίου, χρησιμοποιούσαν τα άστρα σαν μονάδα μέτρησης του χρόνου. Ο Ησίοδος στο "Εργα και Ημέραι" , αναφέρει ως περίοδο θερισμού την εποχή που πρωτοεμφανίζονταν στον ουρανό οι Πλειάδες, η γνωστή Πούλια, ως χρόνο οργώματος την περίοδο λίγο μετά την παροδική εξαφάνιση των Πλειάδων ή ως περίοδο τρύγου την εποχή που ο Αρκτούρος ανατέλλει την ίδια περίπου στιγμή με τον Ηλιο. Όμως και αυτός ο τρόπος μέτρησης του χρόνου με τον καιρό ξεπεράστηκε. Οι αστρικές παρατηρήσεις λόγο των καιρικών συνθηκών δεν ήταν πάντα εφικτή. Για να λυθεί το πρόβλημα αυτό, αλλά και για άλλους μυστηριακούς λόγους, η δημιουργία των ημερολογίων στηρίχτηκε στην περιοδικότητα του Ήλιου μέσα από τα ημερονύκτια και στις περιοδικές φάσεις της Σελήνης.
Ο χρόνος που απαιτείται για να ολοκληρωθεί ένας σεληνιακός κύκλος είναι πάντοτε 29,5 ηλιακά ημερονύκτια. Ετσι ανακαλύφθηκε μία νέα μονάδα χρόνου που ήταν ο σεληνιακός ή συνοδικός μήνας. Με βάση τα σεληνιακά φαινόμενα επίσης ανακαλύφθηκε και μία δεύτερη χρονική μονάδα που ήταν η εβδομάδα των 7 ηλιακών ημερονυκτίων και 9 περίπου ωρών, χρόνος μέσα στον οποίο εξελίσσεται κάθε σεληνιακό τέταρτο. Η επιμονή όμως των αστρολόγων της εποχής εκείνης να προσπαθούν να ορίζουν τις διάφορες σεληνιακές περιόδους ως ακέραια πολλαπλάσια ηλιακών ημερονυκτίων, είχε ως αποτέλεσμα η περίοδος ενός ηλιακού έτους να υπερέχει της περιόδου των 12 σεληνιακών μηνών. Έτσι δημιουργήθηκε η ανάγκη μιάς περιοδικής διόρθωσης των σεληνιακών ημερολογίων με την παρεμβολή κάποιων εμβόλιμων σεληνιακών μηνών. Με το πέρασμα του χρόνου και όταν οι ανθρώπινες αστρονομικές δυνατότητες μπόρεσαν να μελετήσουν και να μετρήσουν με ακρίβεια την ετήσια φαινόμενη κίνηση του Ήλιου πάνω στο Ζωδιακό Κύκλο κατά μήκος της εκλειπτικής, τα σεληνιακά ημερολόγια αντικαταστάθηκαν από τα ηλιακά που ήταν αναμφίβολα πιό λειτουργικά, χωρίς όμως να χαθούν τελείως τα στοιχεία των σεληνιακών ημερολογίων.
Μέσα από αυτή την μικρή ιστορική αναδρομή στην δημιουργία των ημερολογίων και αν λάβουμε υπόψη μας ότι αν και επικράτησαν τα σεληνιακά και τα ηλιακά ημερολόγια πολλοί πολιτισμοί συνέχισαν να χρησιμοποιούν παράλληλα και παλαιότερες μονάδες χρόνου βασισμένες στις κλιματολογικές συνθήκες και στην περιοδικότητα κάποιων λαμπρών αστέρων, μπορούμε να καταλάβουμε ότι η παρατήρηση και η μέτρηση αυτών των χρονικών κύκλων δεν είναι απλή. Επίσης πρέπει να λάβουμε υπόψη μας την θρησκευτική παρέμβαση στην κατάρτιση των ημερολογίων, αφού ο Ήλιος, η Σελήνη, τα άστρα και οι πλανήτες αποτελούσαν αντικείμενα θρησκευτικής λατρείας, όπως επίσης και τα πολιτιστικά, πολιτικά, ιστορικά και κοινωνικά δεδομένα των αντίστοιχων κοινωνικών περιόδων. Μελετώντας λοιπόν την ιστορία της γέννησης και της εξέλιξης των ημερολογίων, δεν ανατρέχουνε μονάχα στην προσπάθεια του ανθρώπου να δαμάσει και να χρησιμοποιήσει την έννοια της ροής του χρόνου, αλλά αντιλαμβανόμαστε ότι η ιστορία των ημερολογίων είναι κυρίως μιά περιήγηση στην τέχνη, στον πολιτισμό και γενικά στην επιστήμη των λαών που τα δημιούργησαν.

ΥΠΟΔΙΑΙΡΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΕΤΟΣ, ΜΗΝΑΣ, ΕΒΔΟΜΑΔΑ

Η μελέτη της κίνησης των ουράνιων σωμάτων βασίστηκε πάνω στην πανάρχαια αντίληψη για ένα γεωκεντρικό συμπαντικό μοντέλο.Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό, η Γη βρίσκεται ακίνητη στο κέντρο ενός σφαιρικού Σύμπαντος, και γύρω της τα άστρα είναι τοποθετημένα στην εσωτερική κοίλη επιφάνεια της ουράνιας αυτής συμπαντικής σφαίρας.
Ενα Ετος είναι ο χρόνος που χρειαζεται ο Ηλιος για να διαγράψει ένα μέγιστο ουράνιο κύκλο πάνω στη σφαίρα αυτή.Αυτός ο μέγιστος κύκλος που απεικονίζει τη φαινόμενη ετήσια τροχιά του Ηλιου πάνω στην ουράνια σφαίρα ονομάζεται εκλειπτική, ΕγΕ'γ'. Οπως είναι φανερό, το επίπεδο της εκλειπτικής, απεικονίζοντας μια πλαστή κίνηση του Ηλιου, αντί της αληθινής γήινης περιφοράς γύρω από το άστρο της ημέρας, συμπίπτει με το επίπεδο της τροχιάς της Γης γύρω από τον Ηλιο.
Ο Ουράνιος Ισημερινός, ΙγΙ'γ', ο μέγιστος δηλαδή κύκλος που τέμνει καθέτως τον άξονα της φαινόμενης περιστροφής της ουράνιας σφαίρας (άξονας του κόσμου ΠΠ'), τέμνει την εκλειπτική σε δύο αντιδιαμετρικά σημεία -τα γ και γ'- που ονομάζονται ΙΣΗΜΕΡΙΝΑ ΣΗΜΕΙΑ. Το σημείο γ ονομάζεται Εαρινό Ισημερινό Σημείο ή αναβιβάζων σύνδεσμος της ηλιακής τροχιάς, γιατί από το σημείο αυτό διέρχεται ο Ηλιος στις 21 Μαρτίου, ανερχόμενος από το νότιο ημισφαίριο στο βόρειο.
Η 21η Μαρτίου οριοθετεί την ένερξη της εποχής της Ανοιξης. Το σημείο γ' ονομάζεται Φθινοπωρινό Ισημερινό Σημείο ή καταβιβάζων σύνδεσμος της ηλιακής τροχιάς.Από το σημείο αυτό διέρχεται ο Ηλιος στις 22 Σεπτεμβρίου, κατερχόμενος από το βόρειο ημισφαίριο στο νότιο.Η 22η σεπτεμβρίου οριοθετεί την έναρξη της εποχής του φθινοπώρου.
Ετσι λοιπόν, ως Αστρικό Ετος ορίζουμε τον χρόνο που χρειάζεται το κέντρο του ηλιακού δίσκου για να διαγράψει ολόκληρη την εκλειπτική και να επιστρέψει στο σημείο από το οποίο αρχισαμε την μέτρηση. Ενα αστρικό έτος ισούται με 365,25635579 μέσες ηλιακές ημέρες. Ομοίως ως Τροπικό ή Εποχιακό Ετος ορίζουμε το χρονικό διαστήμα που μεσολαβεί μεταξύ δύο διαδοχικών διαβάσεων του κέντρου του ηλιακοί δίσκου από το εαρινό ισημερινό σημείο γ. Ενα τροπικό έτος ισούτει με 365,24219879 μέσες ηλαικές μέρες.
Τόσο όμως το τροπικό, όσο και το αστρικό έτος είναι ακτάλληλα για την κατασκευή ημερολογιών, επειδή, εκτός από τον ακέραιο αριθμό των ημερών τους, περιέχουν και κλάματα της ημέρας αρκετών δεκαδικών ψηφίων.Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, επινοήθηκε το Πολιτικό Ετος , το έτος δηλαδή που περιέχει ακέραιο αριθμό ημερών, και ως εκ τούτου δεν δημιουργείται το φαινόμενο μία και η αυτή ημέρα να κατανέμεται μεταξύ δύο διαδοχικών ετων. Το πολιτικό έτος είναι βασισμένο πάνω στο τροπικό έτος ετσι ώστε να εξασφαλίζεται η κανονική διαδοχή των τεσσάρων κλιματολογικών εποχών.
Ομως η παράληψη των δεκαδικών στοιχίων του τροπικού έτους με την πάροδο του χρόνου θα είχε σαν αποτέλεσμα την ημερολογιακή μεταφορά των εποχών.Ετσι κάθε ημερολογιακό σύστημα από την αρχαιότητα προέβλεπε μια σειρά διορθώσεων, τις οποίες θα εξετάσουμε σε κάθε πολιτισμό ξεχωριστά.Η πιό γνωστή διόρθωση είναι αυτή της μιάς επιπλέον ημέρας κάθε τέσσερα έτη, με τη δημιουργιά του δίσεκτου έτους που περιέχει 366 ημέρες.
Από την αρχαιότητα το πολιτικό έτος χωρίστηκε σε 12 χρονικά διαστήματα.Οι δώδεκα αυτές υποδιαιρέσεις είναι οι γνωστοί σε όλους μήνες του έτους.Από την αρχαιότητα η Σελήνη υπήρξε το μέτρο διάρκειας του μήνα και στην αρχαική ονομασία της, Μήνη , οφείλει το χρονικό αυτό διαστήμα την ονομασία του.Για την αστρονομία ,Μήνη είναι η Σελήνη κατά τις πρώτες ή τελευταίες ημέρες των φάσεων της, όταν φαίνεται σαν μηνίσκος.
Η Αρχαία Ελληνική λέξη Μήνη για την Σελήνη, έχει την ίδια ρίζα με τη σανσκριτική Mas, τη Maonh των Αρίων. Ομως και ο αριθμός των μηνών, ο αριθμός 12, θεωρείται ιερός και έχει μια ιδιαίτερη θέση στο ημερολόγιο.Ο αριθμός 12 αποτελεί το γινόμενο των δύο τέλειων αριθμών 3 (ισόπλευρο τρίγωνο) και 4 (τετράγωνο).Η ιερότητα του αριθμού 12 φαίνεται ότι προέρχεται από το αρχαικό δωδεκαδικό σύστημα, που πιθανώς ήταν το μοναδικό σύστημα αρίθμησης κατά την νεολιθική εποχή και παρέμεινε ως συμπληρωματικό του δεκαδικού μέχρι σήμερα. Ηδωδεκάδα, ο χωρισμός της μέρας και της νύχτας σε 12 ώρες και του έτους σε 12 μήνες αποτελούν κατάλοιπα του αρχέγονου δωδεκαδικού συστήματος αρίθμησης, πολλαπλάσιο του οποίου ήταν το εξηκονταδικό Ασσυροβαβυλωνιακό σύστημα.
Το 12 αντιπροσωπεύει τις 12 Ιεραρχίες των αρχαίων γραφών, που καθόριζαν με τη σειρά τους τους 12 αστερισμούς της ουράνιας ζωδιακής ζώνης.Ετσι σύμφωνα με τον Ησίοδο δώδεκα ήταν οι Τιτάνες, τέκνα του Ουρανού και της Γης, δώδεκα ήταν και οι Θεοί του Ολύμπου και εκτός από την Ελλάδα δωδεκάθεο είχαν οι Αιγύπτιοι, οι Βαβυλώνιοι, οι Ασσύριοι, οι Χαλδαίοι, οι Ελαμίτες, οι Χιττίτες, οι Ετρούσκοι, οι Ρωμαίοι και πολλοί άλλοι. Ο αριθμός 12 στους αρχαίους Ελληνες, Ρωμαίους και Εβραίους ήταν ιερός, τέλειος, τυπικός και ο αριθμός της πληρότητας.Ο αριθμός 12 είναι ένας αριθμός που τον συναντάμε σε όλους τους πολιτισμούς.
Μήνας λοιπόν, είναι το χρονικό διαστημα που απαιτείται, για να κάνει η Σελήνη μια πλήρη περιφορά γύρω από τον πλανήτη μας.Η ανώμαλη όμως κίνηση της Σελήνης γύρω από τη Γη, και ο συνδιασμός της κίνησης αυτής με την κίνηση της Γης γύρω από τον Ηλιο, συντέλεσαν στην εισαγωγή διάφορων ειδών μηνών. Ετσι έχουμε τον Αστρικό μήνα που είναι το χρονικό διάστημα που απαιτείται για να συμπληρώσει η Σελήνη μια πλήρη περιφορά γύρω από τη Γη, και ισούται με 27 ημέρες 7 ώρες 43 πρώτα λεπτα και 11,5 δευτερόλεπτα.
Ο Σεληνιακός ή Συνοδικός μήνας είναι το χρονικό διάστημα μεταξύ δύο συνόδων (από νέα Σελήνη σε νέα Σελήνη) ή δύο αντιθέσεων (από πανσέληνο σε πανσέληνο) ή γενικά μεταξύ δύο οποιωνδήποτε ομώνυμων φάσεων της Σελήνης.Ο συνοδικός μήνας διαρκεί 29 ημέρες 12 ώρες 44 πρώτα λεπτά και 2,9 δευτερόλεπτα. Και επίσης υπάρχει και ο Τροπικός μήνας που είναι το χρονικό διάστημα μεταξύ δύο διαδοχικών διαβάσεων της Σελήνης από το Εαρινό ισημερινό σημείο και ισούται με 27 ημέρες 7 ώρες 43 πρώτα λεπτά και 4,7 δευτερόλεπτα.
Η μέτρηση όμως του χρόνου και οι υποδιαιρέσεις του δεν αναφέρονται μόνο στα έτη και στους μήνες, αφού υπήρχαν και οι εβδομαδιαίες υποδιαιρέσεις, οι οποίες στα ελληνικά και ρωμαικά ημερολόγια αρχικά ήταν άγνωστες. Η διαίρεση όμως του έτους σε εβδιμάδες, δηλαδή σε ομάδες επτά ημερών, είναι πολύ παλιά και ανάγεται στους αρχαίους ανατολικούς λαούς, Ασσύριους, Χαλδαίους και Αιγύπτιους. Το επταήμερο αντιπροσώπευε το χρονικό διάστημα μεταξύ δύο διαδοχικών φάσεων της Σελήνης, που διαρκεί για την ακρίβεια 7 ημέρες και 9 ώρες.Οι μαθηματικές και φιλοσοφικές επινοήσεις των αρχαίων Ανατολικών λαών, θεμελιώνονταν πάνω στις ιδιότητες του μυστηριακού αριθμού 7, ο οποίος εκφράζει την αρχή και τους νίμους λειτουργίας της δημιουργίας.
Ο ιερός αριθμός 7 είναι το άρθροισμα των δύο τέλειων αριθμών 3 (ισόπλευρο τρίγωνο) και 4 (τετράγωνο). Οι Εβραίοι, επηρεασμένοι από τους γειτονικούς ανατολικούς λαούς, παρέλαβαν από αυτούς την εβδομάδα των 7 ημερών και την προσάρμοσαν στην δική τους θρησκεία.Η εβδομάδα λέγεται εβραικά Σιαβούα -από τον αριθμό 7- και την 7η ιερή ημέρα την ονόμασαν Σάββατο ή Σάββατα.Από την ημέρα του Σαββατου, οι υπόλοιπες ημέρες αριθμήστηκαν με απόλυτα αριθμητικά.Πρώτη του Σάββατου, Δευτέρα του Σάββατου,......, έκτη του Σάββατου που αργότερα ονομάστηκε Παρασκευή, αφού αυτή την ημέρα παρασκευάζονταν τα απαραίτητα για την ιερή έβδομη ημέρα. Ταυτόχρονα, όμως, και οι αρχαίοι Ελληνες παρέλαβαν την εβδομάδα, δίνοντας στις 7 ημέρες ονόματα Θεών τους, που αντιπροσώπευαν τους 7 πλανήτες.Η πρώτη ημέρα ήταν αφιερωμένη στον Ηλιο, η δεύτερη στη Σελήνη, η τρίτη στον Αρη, η τέταρτη στον Ερμή, η πέμπτη στον Δία, η έκτη στην Αφροδίτη και η έβδομη στον Κρόνο.

ΕΙΔΗ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΩΝ

Βασική επιδίωξη κάθε ημερολογίου είναι, μέσω μιας σειράς κατάλληλων ρυθμίσεων, να επιτύχει την καλύτερη δυνατή χρονική εναρμόνιση μεταξύ πολιτικού και τροπικού έτους. Τρία είναι τα κυριότερα ημερολογιακά συστήματα που χρησιμοποιήθηκαν στην ιστορία των πολιτισμών.Αυτά είναι τα Σεληνιακά , τα Σεληνοηλιακά και τα Ηλιακά ημερολόγια, που βασίζονταν στις περιοδικές κινήσεις του Ηλιου και της Σελήνης.
Τα Σεληνιακά ημερολόγια ήταν τα αρχαιότερα και τα απλούστερα, όχι όμως και τα ακριβέστερα.Ως βασική τους μονάδα έχουν τον συνοδικό σεληνιακό μήνα, που είναι το χρονικό διάστημα μεταξύ δύο διαδοχικών απανόδων της Σελήνης στην ίδια φάση.Το σεληνιακό έτος αποτελείται από 12 συνοδικούς σεληνιακούς μήνες και διαρκεί 354,36707 ημέρες.Το κύριο μειονέκτημα των σεληνιακών ημερολογίων είναι η αρκετά μεγάλη διαφορά ημερών μεταξύ σεληνιακού και τροπικού έτους.Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα η ίδια ημερομηνία να μην αντιστοιχεί στην ίδια κλιματολογική εποχή του έτους. Σεληνιακά ημερολόγια ήταν το Βαβυλωνιακό και το αρχαίο Ρωμαικό.Σήμερα το μόνο καθαρά σεληνιακό ημερολόγιο είναι το Μουσουλμανικό ή Αραβικό ημερολόγιο.
Το Σεληνοηλιακό ημερολόγιο δημιουργήθηκε με την προσπάθεια διόρθωσης των σεληνιακών ημερολογίων έτσι ώστε κατά περιόδους να επανέρχεται η αντιστοιχία των ημερομηνιών με της εποχές του έτους.Αυτή η εναρμόνηση έγινε εφυκτή με την περιοδική παρεμβολή, σε κάποιο σεληνιακό έτος, ενός εμβόλιμου 13ου συνοδικού μήνα.Σεληνοηλιακά ημερολόγια ήταν το αρχαίο Αττικό, του Νουμά Πομπίλιου, το αρχαίο Κινεζικό και το αρχαίο Εβραικό, που χρησιμοποιήται μεχρι σήμερα. Τα Ηλιακά ημερολόγια έχουν ως βάση τους το τροπικό έτος των 365,24219879 ημερών, δηλαδή την φαινόμενη ετήσια κίνηση του Ηλιου πάνω στην εκλειπτική.
Η κύρια δυσκολία της σύνταξης ενός ηλιακού ημερολογίου οφείλεται στην ύπαρξη επιπλέον δεκαδικών ψηφίων μετά τον ακέραιο αριθμό των 365 ημερών.Η δυσκολία αυτή ξεπεράστηκε με τη χρήση των λεγόμενων Δίσεκτων Ετών στο οποίο προστίθεται μία επιπλέον μέρα έτσι ώστε να καλύπτεται το σφάλμα του χρόνου που προκύπτει από την παράλειψη του δεκαδικού μέρους του τροπικού έτους στα προηγούμενα έτη.Ηλιακά ημερολόγια ήταν το αρχαίο Αιγυπτιακό, των Μάγια, των Αζτέκων, το Ιουλιανό, καθώς και το Γρηγοριανό ημερολόγιο.

ΛΑΟΙ ΤΗΣ ΜΕΣΟΠΟΤΑΜΙΑΣ, ΣΟΥΜΕΡΙΟΙ

Πριν από ενάμιση αιώνα ο πολιτισμός των Σουμερίων ήταν άγνωστος, χαμένος στους μύθους και τους θρύλους της Μεσοποταμίας.Οι ανασκαφές όμως του αρχαιολόγου Ζυλ Οππερτ από το 1852 ως το 1854 και του Ερνεστ ντε Σαρζέκ από το 1877 ως το 1881 ήταν οι πρώτες ενδείξεις ενός πολιτισμού που η αφετηρία του χάνεται στο 5.000 π.χ. Σήμερα είναι παραδεκτό από όλους τους επιστήμονες ότι ο Σουμεριακός πολιτισμός ήταν ο αρχαιότερος από όλους τους πολιτισμούς της Μεσοποταμίας, που είχε συντάξει ημερολόγιο με ορισμένο αριθμό ημερών βασισμένο στις φάσεις της Σελήνης.
Στο πάνθεον των Σουμερίων, σπουδαία θέση κατείχε ο θεός της Σελήνης Ναννάρ που στην περιοδικότητα των φάσεων του, οι ιερείς-αστρονόμοι της Σουμερίας βασίστηκαν για την δημιουργία του πρώτου ημερολογίου.Το έτος τους, ήταν λοιπόν, σεληνιακό με 12 μήνες των 29,5 ημερών ο καθένας.Κάτα πάσα πιθανότητα, τα ημερολόγια στη Σουμερία ήταν τοπικά.Δηλαδή οι μεγάλες πόλεις είχαν μήνες με διαφορετικά ονόματα, που σχετίζονταν με τις κλιματολογικές εποχές και τις αγροτικές ασχολίες του λαού τους.Επίσης είναι βέβαιο, πως η εναλλαγή των μηνών δεν γινόταν με κανονική τάξη, αλλά καθοριζόταν με την παρατήρηση της νέας Σελήνης ή ακριβέστερα με την πρώτη εμφάνιση του σεληνιακού μηνίσκου στον νυχτερινό ουρανό.
Οι Σουμέριοι ιερείς-αστρονόμοι, που πρώτοι διαίρεσαν το έτος σε μικρότερες μονάδες, ήταν επίσης οι πρώτοι που διαίρεσαν και την ημέρα με βάση το ίδιο σύστημα.Ετσι, όπως το σεληνιακό έτος είχε 12 μήνες των 30 περίπου ημερών, όμοια και το ημερονύκτιό τους είχε 12 ντάννα, που το καθένα διαιρείτο σε 30 γκες.Ο αριθμός 12 προέρχεται από το σύστημα αρίθμησης των Σουμερίων, το οποίο είχε ως βάση τον αριθμό 60 (=5χ12). Οι Σουμέριοι ιερείς καταχωρούσαν και φυλάγανε με μεγάλη προσοχή αρχεία αυτών των περατηρήσεων, που ήταν χαραγμένα πάνω σε πήλινες πινακίδες.Κατά τις ανασκαφές στη Νινευή, βρέθηκαν αποσπάσματα μεγάλου αστρονομικού έργου το οποίο αποτελείτο από 72 πινακίδες, που πιθανώς αναφέρονταν στους χρόνους του Σαργών Α' και του γιου του Ναράμ Σιν.
Το αποτελούμενο από 72 πινακίδες αστρονομικό και αστρολογικό έργο, γράφτηκε από τους ιερείς-αστρονόμους του θεού Βήλου (BEL) για τον Σαργών Α', μεταξύ του 2637 και 2582 π.χ. και είχε τίτλο "Ο Φωτισμός του θεού Βήλου". Στο έργο αυτό δινόταν μεγάλη σημασία στον αστέρα α του Δράκοντα (a Dra), τον Τουμπάν (Thuban), διότο γύρω στο 2750 π.χ. ήταν πολικός και λεγόταν τότε Tir-An-na, που σημαίνει Ουράνια Ζωή και Dayan Same ή Dayan Shisha, που αντίστοιχα σημαίνουν Ουράνιος ή Διευθύνων Δικαστής. Ομοίως, σημαντική θέση κατείχε και ο αστέρας Dil-gan-I-Ku των Ακκαδίων, που σημαίνει ο Αγγελιοφόρος του Φωτός.Κάτα πάσα πιθανότητα ήταν η Αίγα (a Aur), ο πιο λαμπρός αστέρας του αστερισμού του Ηνίοχου. Η Αίγα ήταν γνωστή στη Βαβυλώνα και με την ονομασία I-Ku, που σημαίνει Αρχηγός (του έτους), αφ'όσον την περίοδο της κυριαρχίας των Ακκαδίων στη Βαβυλώνα, η αρχή του έτους προσδιοριζόταν από τη θέση της Αίγας ως προς τη Σελήνη κατά την εαρινή ισημερία.Αυτό ίσχυε από το 4000 εως το 1700 π.χ., όταν η άνοιξη άρχιζε την περίοδο που ο Ηλιος εισερχόταν στον αστερισμό του Ταύρου.
Οι Σουμέριοι ιερείς-αστρονόμοι ήταν οι πρώτοι που δημιούργησαν το σεληνοηλιακό ημερολόγιο. Ηταν οι πρώτοι που προέβλεψαν την ανάγκη εισαγωγής των εμβολίμων μηνών στον ημερολογιακό κύκλο, προκειμένου να εναρμονίσουν τον ημερολογιακό ρυθμό με την φυσική εναλλαγή των κλιματολογικών εποχών του έτους.Η παρέμβαση αυτή στο σεληνιακό ημερολόγιο με τους εμβόλιμους μήνες προσάρμοσε τις απαιτήσεις του λαού που ήταν αγρότες και κτηνοτρόφοι με τις εποχές του ετους.Συνεπώς οι Σουμέριοι ήταν οι πρώτοι που συσχέτησαν την ετήσια πορεία του Ηλιου με τις εναλλαγές των εποχών. Στους Σουμέριους, όπως γενικά στους λαούς της Μεσοποταμίας, το ηλιακό τροπικό έτος υποδιαιρείτο σε δύο εποχές, το καλοκαίρι και τον χειμώνα.Στο καλοκαίρι συμπεριλαμβανόταν η συγκομιδή του κριθαριού, που γινόταν κατά τα δεύτερο δεκαπενθήμερο του αντίστοιχου Μαίου, η στης αρχές του αντίστοιχου Ιουνίου.
Ο χειμώνας περιλάμβανε τις εποχές του φθινοπώρου και του χειμώνα, όπως τις γνωρίζουμε σήμερα. Στους Σουμεριακούς μήνες είχαν δοθεί ονόματα που αναφέρονται στην αγροτική ζωή, όπως του ανθισμένου αγρού, του ποτίσματος, της σποράς, του θερισμού κλπ. Γύρω στο 2400 π.χ. οι Σουμέριοι, όπως μαρτυρούν τα ευρήματα των ανασκαφών, χρησιμοποιούσαν ήδη και το ηλιακό έτος των 360 ημερών, που διαιρείτο κατά το πρότυπο του ζωδιακού κύκλου, σε 12 μήνες των 30 ημερών.

ΤΟ ΒΑΒΥΛΩΝΙΑΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Τους πολιτισμούς των Σουμερίων και των Ακκαδίων διαδέχτηκαν οι Ασσύριοι και Χαλδαίοι.Το σύνολο αυτών των Μεσοποτάμιων πολιτισμών ονομάστηκε "Βαβυλωνιακός πολιτισμός" από την ελληνική ονομασία της σπουδαιότερης πόλης τους, της Βαβυλώνας.Στα τέλη του 19ου αιώνα η αποκρυπτογράφηση ενός πλήθους επιγραφών σφηνοειδούς γραφής, αποκάλυψαν ότι η Βαβυλώνα ήταν πρωτεύουσα ενός σπουδαίου βασιλείου, που ευημερούσε τουλάχιστον τρεις ή τέσσερις χιλιετηρίδες πριν από τον Σαργών Α'.
Οι βρετανικές ανασκαφές στη Νινευή έφεραν στο φως τις επτά πινακίδες στις οποίες διασώθηκε ο μύθος της δημιουργίας του κόσμου από το χάος (Ενούμα Ελίς).Σύμφωνα με αυτόν τον μύθο ο Μαρντούκ θεωρείται ο θεμελειωτής της τροχιάς του χρόνου και της διαδοχής των μηνών ανάλογα με τις φάσεις της Σελήνης.Αυός επίσης καθόρισε τρεις ουράνιους δρόμους, τον δρόμο του Ενλίλ στον βόρειο ουρανό, του Ανού στο ζενίθ και του Εα στον νότιο ουρανό.Ο πλανήτης Μονλουμπαμπάρ (Δίας) ορίστηκε φύλακας της ουράνιας τάξης.
Επίσης μέσα από τους στίχους του "Ενούμα Ελίς" υποδηλώνεται το γεγονός ότι οι Βαβυλώνιοι καθόριζαν τις περιόδους των μηνών τους με τις φάσεις ορισμένων λαμπρών άστρων.Σε άλλα κείμενα υπάρχουν κατάλογοι 36 συνολικά άστρων, που αναφέρονται ως "τα άστρα του Εα, τα άστρα του Ανού και τα άστρα του Ενλίλ".Αυτό σημαίνει ότι οι μήνες του έτους ήταν συνολικά 12, αφού τρία άστρα αναφέρονταν σε κάθε μήνα και όλα τα άστρα μαζί ήταν 36.Τα κείμενα αυτά ορίζουν ένα ημερολογιακό σύστημα ίδιο με το Αιγυπτιακό με 12 μήνες που χωρίζονταν σε τρία δεκαήμερα, ή έξι πενθήμερα (χαμουστού) μέσα στο μήνα. Σύμφωνα με τις ανασκαφές κατά τον 20ο π.χ. αιώνα, οι Βαβυλώνιοι τυποποίησαν το πολιτικό τους έτος, υιοθετώντας το σεληνιακό ημερολόγιο της ιερής σουμεριακής πόλης Νιππούρ.
Η ισχύς της Βαβυλώνας εξασφάλησε την πλήρη αποδοχή του σεληνιακού έτους, που άρχιζε την εαρινή ισημερία, από όλους τους λαούς την Μεσοποταμίας. Ομως από την εποχή της 2ης δυναστείας της Ουρ (2950 π.χ.) και κατά τη διάρκεια της ακμής της Ουρούκ (2750 π.χ.) η κλειστή κοινωνία των ιερέων αστρονόμων, χρησιμοποιούσαν το σεληνοηλιακό ημερολόγιο, με ένα 13ο εμβόλιμο μήνα που έμπαινε στο έτος σε τακτές χρονικές περιόδους.Ο εμβόλιμος μήνας δεν είχε ιδιαίτερη ονομασία, απλώς ενσωματωνόταν σε έναν από τους μήνες, ο οποίος μ'αυτόν τον τρόπο διπλασιαζόταν σε διάρκεια για να μην διαταραχτεί η θεικά εγκατεστημένη τάξη των μηνών του έτους.Αρχικά οι εμβόλιμοι μήνες παρεμβάλλονταν στο έτος σε ακανόνιστους χρονικούς κύκλους με την συμβουλή των ιερέων- αστρονόμων.Αργότερα όμως οι χρονικοί αυτοί κύκλοι ήταν καθορισμένοι.
Στην κλειστή κοινωνία των ιερέων-αστρονόμων, αρκετά χρόνια αργότερα, ήταν γνωστό και το καθαρά ηλιακό ημερολόγιο.Ηδη από τον 6ο π.χ. αιώνα ο βαβυλώνιος αστρονόμος Ναμπόυ-ριμανού, είχε υπολογίσει ότι η διάρκεια του ηλιακού έτους ήταν ίση με 365 μέρες 6 ώρες 15 πρώτα λεπτά και 41 δευτερόλεπτα, τιμή που υπερτερούσε μόλις κατά 26 πρώτα λεπτά και 55,03 δευτερόλεπτα από τη σημερινή παραδεκτή τιμή του.Ο υπολογισμός αυτός του Ναμπού-ριμανού πιθανώς είναι η αρχαιότερη γνωστή προσέγγιση του ηλιακού έτους ως προς την πραγματική διάρκειά του.Οι βαβυλώνιοι αστρονόμοι, που διενεργούσαν τις παρατηρήσεις τους σε συγκροτημένα αστεροσκοπεία (8ος π.χ. αιώνας), υπολόγισαν το 538 π.χ. τα ηλιοστάσια, τις ισημερίες καθώς και τη διάρκεια τοσο της μέρας, όσοκαι της νύχτας στις διάφορες κλιματολογικές εποχές του έτους.
Την ίδια περίοδο ο λαός χρησιμοποιούσε το σεληνιακό έτος των 354 ημερών, που υποδιαιρείτο σε 12 μήνες, από τους οποίους άλλοι διαρκούσαν 29 ημέρες και άλλοι 30. Αυτό που παραμένει άγνωστο μέχρι σήμερα είναι η βαβυλωνιακή διαίρεση του μήνα.Υποθέτουμε ότι οι Βαβυλώνιοι χρησιμοποιούσαν σαν υποδιαίρεση του μήνα περιόδους 5 ημερών (χαμουστού), ώστε 6 τέτοιες περίοδοι να αποτελούν το μήνα.Η υπόθεση αυτή στηρίζεται στο γεγονός ότι το 60εδικό σύστημα ήταν γενικα η βάση διαίρεσης του χρόνου στους πολιτισμούς της Μεσοποταμίας.Πάντως οι Βαβυλώνιοι εφάρμοζαν τακτές ημέρες ξεκούρασης, αργίες.
Οι ημέρες ξεκούρασης ονομάζονταν Sabattu ή Shabbatum και από αυτήν προέρχεται το αντίστοιχο εβραικό Σάββατο.Στην μεταρρύθμιση του ημερολογίου, που επέβαλε ο Ασσουρμπανιπάλ (668-626 π.χ.), υπήρχαν 5 Sabattu μέσα σ'ένα μήνα.Δηλαδή μέσα στον μήνα υπήρχαν 4 εβδομάδες των 7 ημερών, με την 7η ημέρα τους ως ημέρα αργίας. Οι ιερεός αστρονόμοι, προκειμένου να διαιρέσουν την ημέρα σε μικρότερες μονάδες χρόνου, διαιρούσαν το 24άωρο σε 12 "κασμπόν" (δίωρα), κάθε δίωρο περιελάμβανε 30 ίσα μέρη, τα ους.Πολύ πιθανόν αυτός ο τρόπος διαίρεσης της ημέρας να συνδέεται και να παραπέμπει σε μια μέθοδο διαίρεσης του ζωδιακού κύκλου, εφ'όσον όπως γνωρίζουμε σήμερα η ονομασία "κασβού" ορίζεται ως μια γωνιώδη μονάδα ίση με το 1/12 του ζωδιακού κύκλου που ισοδυναμεί με 30 μοίρες.
Οι Χαλδαίοι ιερείς χρησιμοποιούσαν, επίσης, στην αστρονομική ορολογία τους το "Μέγα" ή "Τέλειο" έτος.Το μέγα έτος αντιστοιχούσε στην περίοδο κατά την οποία όλοι οι πλανήτες επανέρχονταν στις ίδιες σχετικές μεταξύ τους θέσεις σε ευθεία γραμμή.Σύμφωνα με τους Χαλδαίους ιερείς, η περίοδος αυτή επαναλαμβανόταν κάθε 17 δισεκατομμύρια έτη. Ενας άλλος αξιόλογος χρονικός κύκλος, που χρησιμοποιήθηκε από τους Χαλδαίους ιερείς, ήταν ο "Σάρος", ο οποίος στην ουσία αποτελούσε έναν κύκλο σεληνιακών και ηλιακών εκλείψεων.
Ο σάρος είναι χρονική περίοδος ίση με 223 συνοδικούς σεληνιακούς μήνες ή αποτελείται αντιστοιχα από 18 έτη.Το σημαντικό γεγονός είναι ότι οι εκλείψεις που συνβαίνουν σε μιά περίοδο σάρο επαναλαμβάνονται και κατά την αυτή σειρά και θέση στις επόμενες περιόδους.Ετσι, η ακριβής αναγραφή των εκλείψεων μιας μονάχα περιόδου είναι αρκετή για την πρόβλεψη και τον εντοπισμό των μελλοντικών εκλείψεων.

Η ΑΡΧΑΙΑ ΑΙΓΥΠΤΟΣ

Η σημασία του αρχαίου αιγυπτιακόυ ημερολογίου είναι πολύ σπουδαία, διότι σ'αυτό περιλαμβάνονταν, για πρώτη φορά στην ιστορία, οι βασικές αρχές που επεκράτησαν και στα νεότερα χρόνια.Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι ήταν οι πρώτοι που αποδέσμευσαν το ημερολόγιό τους από τον συνοδικό σεληνιακό μήνα.Η οριστική εγκατάλειψη του σεληνιακού μήνα, υπολογίζεται κατά την αρχαική ή πρωτοδυναστική περίοδο (3000 - 2780 π.χ.). Οπως είναι γνωστό από τα ευρήματα των ανασκαφών, το πρωτογενές αιγυπτιακό ημερολόγιο ήταν σεληνιακό, διαιρεμένο σε 12 σεληνιακούς μήνες.
Ο πάπυρος του Ιλλαχού αποδεικνύει αναμφισβήτητα τη χρήση σεληνιακού ημερολογίου με 12 μήνες διάρκειας 29 ή 30 ημερών, εφ'όσον η υπηρεσία των ιερέων στον ναό εναλλασόταν κάθε 29 ή 30 μέρες.Εντούτις υπάρχουν ημερολογιακοί πίνακες, που σ'αυτούς οι σεληνιακές χρονολογίες ανάγονται σε πολιτικές-ηλιακές.Παρόμοια διπλή χρονολόγηση παρατηρείται σε πολλά αιγυπτιακά κείμενα.Το γεγονός αυτό δεν σημαίνει οτι ο λαός χρησιμοποιούσε και το σεληνιακό ημερολόγιο.Πιθανώς οι ιερείς να τηρούσαν ένα σεληνιακό ημερολόγιο παράλληλα με το ηλιακό για το τελετουργικό της θρησκείας τους. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι συνέδεσαν επίσης τη διάρκεια του έτους τους με δύο σχεδόν συμπίπτοντα φυσικά φαινόμενα.
Τις ετήσιες πλημμύρες του Νείλου και την εμφάνιση του Σείριου λίγο πριν την ανατολή του Ηλιου. Το φαινόμενο της σχεδόν ταυτόχρονης ανατολής του Ηλιου και του Σείριου ονομάζεται "Εωθινή Επιτολή" του Σείριου και την εποχή σύνταξης του αιγυπτιακού ημερολογίου συνέβαινε περί την 19η Ιουλίου, σύμφωνα με το υποτιθέμενο Ιουλιανό ημερολόγιο.Ο Σείριος είναι το λαμπρότερο άστρο του ουρανού.Ανήκει στον αστερισμό του Μεγάλου Κυνός και βρίσκεται στο νότιο ημισφαίριο του ουρανού.Είναι 23 φορές λαμπρότερο από τον Ηλιο και απέχει 8,58 ε.φ. από μας.
Η ημερολογιακή ημερομηνία, όμως της "εωθινής επιτολής" του Σείριου μεταβαλλόταν με την πάροδο των ετών και ολοένα απέκλινε από την πραγματική, λόγω του γεγονότος ότι οι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν προσεγγιστικό ηλιακό έτος διάρκειας 365 ημερών και όχι 365,25 ημερών.Ετσι, οι νεότεροι αστρολόγοι υπολόγισαν ότι η ταυτόχρονη ανατολή Ηλιου-Σείριου συμβαίνει την 19η Ιουλίου κάθε 1460 τροπικά έτη (365 Χ 4=1460 ετη).
Σύμφωνα με επιβεβαιωμένες ιστορικές μαρτυρίες, το φαινόμενο αυτό σημειώθηκε στην Αιγυπτο το 2781 π.χ, το 1321 π.χ. και το 139 μ.χ.Επειδή όμως το Αιγυπτιακό ημερολόγιο, σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, φέρεται ως γνωστό και καθιερωμένο απο το 2781π.χ., οι Αιγύπτιοι αστρονόμοι πρέπει να είχαν παρατηρήσει την "εωθινή επιτολή" του Σείριου τουλάχιστον την προηγούμενη του 2781 π.χ. φορά, δηλαδή το έτος 4241 π.χ.
Επίσης το φαινόμενο της πλημμύρας του Νείλου, ήταν ένα φαινόμενο κανονικό και τακτικό.Κάθε χρόνο στις οχθες του ιερού ποταμού η Αιγυπτος -το δώρο του Νείλου- γεννιέται.Η πλημμύρα λοιπόν του ιερού ποταμού ήταν το σημαντικότερο γεγονός στη ζωή της αρχαίας Αιγύπτου.Αυτή συνέβαινε από τον μήνα Ιούνιο ως τον Οκτώβριο.Τότε οι παρόχθιες περιοχές καλύπτονταν με κοκκινωπά νερά, που για τους αρχαίους Αιγύπτιους ήταν το αίμα του μεγάλου θεού Οσιρι, ο οποίος δολοφονήθηκε από τον αδελφό του, τον θεό Σετ.
Ο πολιτισμός της Αιγύπτου αναπτύχθηκε όχι μόνο δίπλα στον Νείλο, αλλά και εξαιτίας του Νείλου.Ηταν και ο λόγος που ο ζωδιακός αστερισμός του Λέοντα ήταν ιερός και λατρευόταν από τους αρχαίους Αιγύπτιους,γιατί η ευεργετικές για τη γεωργία πλημμύρες του Νείλου συνέπιπταν με την είσοδο του Ηλιου στον αστερισμό αυτό.

Η ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΙΤΕΤΡΑΩΡΟΥ

Το Αιγυπτιακό έτος αποτελείτο από 12 μήνες των 30 ημερών και από 5 συμπληρωματικές - επαγόμενες ημέρες, οι οποίες ακολουθούσαν τους 12 μήνες, ώστε το τελικό σύνολο ημερών να είναι 365 ημέρες.Οι 5 επαγόμενες μέρες συνδέονταν με το μύθο της θεάς του ουρανού Νουτ.Η Νουτ απατούσε τον σύζυγό της Ρα, τον μεγάλο θεό του Ηλιου, με τον Θωθ, από τον οποίο έμεινε έγκυος.
Για να την τιμωρήσει ο Ρα, έδωσε εντολή να μην μπορεί να γεννήσει το παιδί της σε κανένα μήνα του έτους.Αλλά ο Θωθ ξεγέλασε τη Σελήνη στα τυχερά παιχνίδια και της κέρδισε 5 ημέρες κάθε έτος.Αυτές όμως οι μέρες δεν ανήκαν σε κανένα μήνα και βρίσκονταν έξω από το ημερολόγιο.Ετσι η διαταγή του Ρα δεν ίσχυε γι'αυτές.Σύμφωνα με τον μύθο, η Νουτ γέννησε το παιδί της την πρώτη από τις πέντε αυτέςεπαγόμενες μέρες. Οι ιερές επαγόμενες ημέρες ήταν αφιερωμένες στα γεννέθλια των πέντε κυριότερων θεών τους. Του Οσιρι, του Ωρου, της Ισιδας, του Σετ και της Νέφθιδας. Οι Αιγύπτιοι, όπως και άλλοι αρχαίοι ανατολικοί λαοί, διαίρεσαν τη μέρα σε 12 ώρες (χαρού) με αρχή της, όπως και αρχή ολόκληρου του εικοσιτετραώρου, την ανατολή του Ηλιου. Για την ακρίβεια, διαίρεσαν το χρονικό διαστημα από την ανατολή μέχρι τη δύση του Ηλιου σε 10 ώρες και κατόπιν πρόσθεσαν 2 ακόμα ώρες, που αντιστοιχούσαν μία για το πρωινό λυκαυγές και μία για το απογευματινό λυκόφως.
Ομοια διαίρεσαν και τη διάρκεια της νύχτας σε 12 ώρες. Αυτές οι εποχιακές ώρες, όπως τις ονόμασαν, μεταβάλλονταν σε διάρκεια κατά τις διάφορες εποχές του έτους, αφού η διάρκεια της φυσικής ημέρας αυξομειωνόταν από ηλιοστάσιο σε ηλιοστάσιο.Η ώρα δεν ήταν λοιπόν το 1/24 της όλης ημέρας.Η ημερήσια ώρα ήταν το 1/12 του χρονικού διαστήματος μεταξύ ανατολής και δύσης του Ηλιου, ενώ αντίστοιχα η νυχτερινή ώρα ήταν το 1/12 του χρόνου μεταξύ δύσης και ανατολής του Ηλιου. Λόγω της παρουσιαζόμενης διαφοράς στη χρονική διάρκεια μέρας και νύχτας μεταξύ καλοκαιριού και χειμώνα, η αιγυπτιακή ώρα άλλαζε συνεχώς, είχε δηλαδή μεταβλητή διαρκεια.
Οι Αιγύπτιοι μέτραγαν το πέρασμα του χρόνου με τα ηλιακά ρολόγια και τις κλεψύδρες, που ήταν έτσι κατασκευασμένες, ώστε να δείχνουν τις ώρες ανάλογα με τις εποχές του έτους. Οι δώδεκα ημερήσιες ώρες προσωποποιούνταν με θεές, που έφεραν επί της καφαλής τους τον δίσκο του Ηλιου.Επίσης, οι δώδεκα νυχτερινές ώρες προσωποποιούνταν κι αυτές με θεές που έφεραν επί της κεφαλής τους ένα αστέρι. Η "εώα επιτολή" του Σείτιου, την εποχή εκείνη, καθόριζε την αρχή του Αιγυπτιακού έτους, που για τον λόγο αυτό ονομαζόταν "κυνικό", αφού ο Σείριος είναι το λαμπρότερο αστρο του Μεγάλου Κυνός, ενώ ταυτόχρονα ταυτιζότανε με τον κυνοκέφαλο θεό Αννουβι.
Οι 360 ημέρες του έτους (δεν συμπεριλαμβάνονται οι 5 επαγόμενες) διαιρούνταν σε 36 δεκαήμερα. Επικεφαλής καθενός απ'αυτά ήταν ένας λαμπρός αστέρας, που ονομαζόταν "δεκανός". Ετσι κάθε μήνας αποτελείτο απο τρία δεκαήμερα.Αρχοντας των δεκανών ήταν ο Σείριος. Από την 26η δυναστεία, το πολιτικό έτος των 360 ημερών χωρίστηκε σε τρείς τετράμηνες εποχές, που αντιστοιχούσαν στον ετήσιο κύκλο της ανόδου και της καθόδου των υδάτων του Νείλου που εξαρτιόνταν από τις εποχές. Η εποχή της πλημμύρας (Εσούτ) συνέβαινε, όταν ο Νείλος υπερχειλίζοντας κατέκλυζε τους αγρούς.
Η εποχή της σποράς (Πρόζε) συνέβαινε όταν ο Νείλος ξαναγύριζε στην κοίτη του επιτρέποντας την έναρξη των καλλιεργειών.Τέλος η τρίτη εποχή, η συγκομιδή (Σομόβ) αντιστοιχούσε στη γεωργική εργασία του θερισμού και της συγκομιδής. Η μέτρηση του χρόνου στην Αιγυπτο ήταν μια απλή έκφραση μαθηματικής ακρίβειας.Οι κύριες χρονικές περίοδοι ήταν: Περίοδος Set: 30 έτη Περίοδος Henti: 60 έτη Περίοδος Heh: ένας αιώνας Περίοδος Tchetta: αιωνιότητα
Οι Αιγύπτιοι δεν είχαν "εποχή" , δηλαδή χρονολογική αφετηρία, αλλά ανέφεραν τα γεγονότα στο έτος της βασιλείας του εκάστοτε φαραώ, γι αυτό το λόγο δεν υπήρχε ακριβέστατη χρονολογία των δυναστειών.Πάντως άσχετα αν δεν υπήρχε χρονολογική αφετηρία, οι Αιγύπτιοι ιερείς, είναι γνωστό, ότι έδειξαν στον Ηρόδοτο (5ος π.χ. αιώνας) γενεαλογία φαραώ που αναγόταν σε 10.500 έτη.

Επιστροφή στο “Επιστήμη”