Ο Τζον Μάιναρντ Κέινς έβγαλε στο Μεσοπόλεμο μια σειρά από βιβλία που αποτελούσαν βασικούς οδηγούς στις οικονομικές ιδέες της εποχής και είχαν μια κοινή εισαγωγή γραμμένη από τον ίδιο. Στα περισσότερα εξ αυτών η εισαγωγή ανέφερε ότι τα οικονομικά δεν είναι ένα σταθερό σύστημα ιδεών αλλά ένας τρόπος σκέψης που πρέπει να εφαρμόσει ο αναγνώστης στα προβλήματα. Στα τελευταία βιβλία η εισαγωγή του είχε αλλάξει. Σημείωνε ότι τα οικονομικά βρίσκονταν σε περίοδο αναταράξεων που, μέχρι να επιλυθούν, ενδεχομένως να μην επέτρεπαν την εφαρμογή των οικονομικών ιδεών στην πολιτική.
Σε μια τέτοια περίοδο βρισκόμαστε σήμερα. Αρκεί να συγκρίνουμε την οξεία αντιπαράθεση μεταξύ των ιδεών του Ότμαρ Ίσινγκ, μέχρι πρόσφατα οικονομικού διευθυντή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Κένεθ Ρογκόφ, που συνυπέγραψε το βιβλίο This Time is Different: Eight Centuries of Financial Folly, για τις πολιτικές διάσωσης της Ευρωζώνης. Τι μπορούν να κάνουν όμως οι δόλιοι πολιτικοί αντιμέτωποι με όλη αυτή τη σύγχυση ανάμεσα τους πιο έγκυρους οικονομολόγους; Η ακαδημαϊκή σύγχυση δεν πρόκειται να λυθεί όσο παραμένουν οι ανάγκες αντιμετώπισης των παρόντων προβλημάτων – αν βεβαίως λυθεί. Είναι εύκολο για τους οικονομολόγους να ζητούν από τους πολιτικούς να λάβουν ‘ηγετικές αποφάσεις’ αλλά τι αποφάσεις να λάβουν από τη στιγμή που οι ίδιοι οι κορυφαίοι οικονομολόγοι δεν συμφωνούν σε τίποτα…
Το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε σήμερα είναι να ακολουθήσουμε την παλιά οδηγία των γιατρών: καταρχήν να μην κάνουμε ζημιά. Είναι εκ των ουκ άνευ ότι οι κεντρικές τράπεζες των δυτικών χωρών δεν πρέπει να αυξήσουν ξανά τα επιτόκια και ότι πρέπει να τα μειώσουν κοντά στο μηδέν. Αλλά η απόφαση της αμερικανικής FED να καθηλώσει τα επιτόκια στο μηδέν ως το 2013 μοιάζει άτεχνος τρόπος για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Θα πρέπει άραγε η FED ή η Τράπεζα της Αγγλίας να προχωρήσουν σε ένα νέο γύρο ‘ποσοτικής χαλάρωσης’; Σε καμία περίπτωση. Τι αξία έχει να ταράζεις τις χρηματοπιστωτικές αγορές που, όσο παράλογες κι αν είναι, δυσπιστούν απέναντι σε όλα αυτά τα μέτρα από τη στιγμή που δεν υπάρχουν αποδείξεις για το τι μας απέδωσαν τα προγενέστερα προγράμματα ‘ποσοτικής χαλάρωσης’;.
Σαφώς και θα βοηθούσε αν η Κίνα αναλάμβανε σταδιακά τη θέση της Αμερικής ως ο καταναλωτής εσχάτου καταφυγίου. Αλλά δεν θα πετύχουμε κάτι τέτοιο με διακηρύξεις περί ανατίμησης του γουάν, παρά εστιάζοντας στις ευκαιρίες για αύξηση της κατανάλωσης στην Κίνα. Αν γίνει αυτό τα υπόλοιπα θα ακολουθήσουν. Αρνητικά: οι πολιτικοί δεν πρέπει να προσπαθήσουν σε καμία περίπτωση να εγγυηθούν ένα συγκεκριμένο επίπεδο στις τιμές των μετοχών ή και να σχολιάζουν υπερβολικά τις κινήσεις τους. Τα χρηματιστήρια ήταν και παραμένουν ένα μείγμα επενδυτικών εκτιμήσεων και καθαρού τζόγου. Οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν ότι δεν ήταν το κραχ του 1929 που προκάλεσε τη Μεγάλη Ύφεση αλλά η συνακόλουθη κατάρρευση των αμερικανικών τραπεζών και το κραχ της μεγαλύτερης αυστριακής τράπεζας της εποχής, της Creditanstalt.
Πέρα από αυτά και άλλα εύλογα μέτρα, πρέπει όμως να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε και ορισμένες μη ορθόδοξες ιδέες. Για παράδειγμα, πρέπει να πάψουμε να αγνοούμε την κατάρρευση της ανάπτυξης της προσφοράς χρήματος στην Αμερική και τη Βρετανία – αν και καλό θα ήταν οι μονεταριστές να μας πούνε συγκεκριμένα και πώς ακριβώς θα μπορούσαν να αποκαταστήσουν την αύξηση του. Τα μοντέλα οικονομικής πολιτικής στις περισσότερες δυτικές χώρες βασίζονται στην ιδέα ενός πληθωρισμού στόχου που συνδέεται με τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή. Η συμβολή τους στην πραγματική οικονομική ανάπτυξη περιορίζεται σε παραλλαγές του ρυθμού με τον οποίο διορθώνονται οι αποκλίσεις από τον πληθωρισμό στόχο. Και η όλη διαδικασία εξαρτάται από πολύωρες αναλύσεις περί το αν υπάρχει έλλειμμα παραγωγής και πόσο μεγάλο είναι.
Ίσως όμως συντρέχουν σοβαροί λόγοι να είμαστε πιο καχύποπτοι με την έννοια του πληθωρισμού στόχου καθώς βασίζεται στο απλό εμπειρικό γεγονός ότι οι βασικές προσεγγίσεις στη σταθερότητα των τιμών επιτεύχθηκαν όταν ίσχυε ο κανόνας του χρυσού όπου οι τελικές τιμές διέφεραν πολύ από χρόνο σε χρόνο, αλλά δεν υπήρχε κάποια ευδιάκριτη μακροπρόθεσμη τάση είτε προς τα πάνω είτε προς τα κάτω. Πώς συνέβαινε αυτό; Ο χρυσός δεν ήταν καθόλου ‘κατάλοιπο βαρβαρότητας’ καθώς οι μακροπρόθεσμες αποκλίσεις από την σταθερότητα των τιμών αντισταθμίζονταν από παραλλαγές των ρυθμών ανακάλυψης και εξόρυξης νέων κοιτασμάτων χρυσού.
Ένα λιγότερο οικείο επιχείρημα είναι ότι ενώ το επίπεδο τιμών από χρόνο σε χρόνο θα μπορούσε κάλλιστα να αυξάνεται ή να μειώνεται, το αρνητικό πραγματικό επιτόκιο που θέλουν τόσο πολύ να επιτύχουν οι κεντρικές τράπεζες σήμερα, όντως επιτυγχάνεται αυτόματα όταν οι τιμές προβλέπεται να παραμείνουν κάτω της τάσης. Για παράδειγμα ένα ονομαστικό επιτόκιο της τάξης του 2% γίνεται πραγματικό αρνητικό επιτόκιο της τάξης του 3% ετησίως όταν αναμένεται ότι οι τιμές θα ενισχυθούν κατά 5%. Αυτό είναι ένα σημείο από το οποίο μπορούμε να αρχίσουμε ξανά να σκεφτόμαστε, τουλάχιστον όσοι αμφισβητούν το ότι ένας κίβδηλος κανόνας χρυσού μπορεί να επιτυγχάνεται με υποχρεωτικές απαιτήσεις της νομισματικής βάσης. Στον παλιό κανόνα του χρυσού η νομισματική βάση υπόκεινταν στην ανάγκη της αποτροπής των εκροών χρυσού, όχι σε νομοθετικές απαιτήσεις. Ακόμη κι αν αυτή η πρόταση έχει προβλήματα είναι καλύτερη από τις άναρθρες κραυγές για ηγεσία.
-
- Το Γνωρίζατε;
-
- Tο πλήρες όνομα του Ηνωμένου Βασιλείου είναι: «Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας, Βόρειας Ιρλανδίας και του Berwick-upon-Tweed». Τo τελευταίο είναι μια πολύ μικρή πόλη στα σύνορα με τη Σκωτία, την οποία διεκδικούσε ο βασιλιάς των Σκωτσέζων επί μακρόν. Μάλιστα, η πόλη αυτή ήταν επίσημα σε εμπόλεμη κατάσταση με τη Γερμανία έως το 1987, επειδή ο Τσόρτσιλ κήρυξε τον πόλεμο με το συνολικό όνομα του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά στη συνθήκη συνθηκολόγησης ξεχάστηκε να αναγραφεί.
O Κέινς, ο φόβος της ζημιάς και η… προσφορά χρήματος
Συντονιστής: Agrafos