Σελίδα 1 από 1

Θα είναι τα stress tests αυστηρά;

Δημοσιεύτηκε: Παρ 28 Ιαν 2011, 10:43
από Agrafos
Τα προηγούμενα πανευρωπαϊκά τεστ αντοχής των τραπεζών σήμερα θεωρούνται ανέκδοτο… Τον Ιούλιο του 2010 οι εθνικές εποπτικές αρχές της Ευρώπης είχαν διεξάγει έρευνα στα τραπεζικά τους συστήματα και είχαν καταλήξει πως απαιτούνταν όλα κι όλα 3.5 δις ευρώ νέων κεφαλαίων για 7 τράπεζες προκειμένου το σύστημα να επιβιώσει ακόμα και στο χειρότερο σενάριο. Τέσσερις μήνες μετά, το ιρλανδικό τραπεζικό σύστημα κατέρρεε και απαιτούνταν η ευρωπαϊκή διάσωση του συνόλου της ιρλανδικής οικονομίας με ποσό 85 δις ευρώ.

Τώρα η ΕΕ σχεδιάζει έναν νέο γύρο τεστ αντοχής των τραπεζών και υπόσχεται ότι τα νέα τεστ που θα διεξαχθούν την άνοιξη θα αντλήσουν διδάγματα από τα προηγούμενα, θα διακρίνονται από αυξημένη αξιοπιστία και θα βοηθήσουν την Ευρώπη να κλείσει οριστικά την κρίση χρέους.

Για να γίνουν όλα αυτά βέβαια, τα νέα τεστ θα πρέπει να κάνουν αυτό που δεν έγινε την προηγούμενη φορά: να πείσουν ένα συνονθύλευμα διαφορετικών ευρωπαϊκών ιδρυμάτων, εθνικών κυβερνήσεων και εποπτικών αρχών να προσυπογράψουν ένα συνεκτικό, αξιόπιστο και απαιτητικό σχέδιο εγκαταλείποντας τις λύσεις του ελάχιστου κοινού παρονομαστή. Πόσες πιθανότητες υπάρχουν να συμβεί αυτό; Δυστυχώς λίγες.

Η αξιοπιστία των τεστ αντοχής εξαρτάται από ένα πλήθος ζητημάτων επί των οποίων θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία εντός της ΕΕ – και δεν ξέρουμε πόσο εύκολο είναι να επιτευχθεί μια τέτοια συμφωνία.

Καταρχήν, υπάρχει το θέμα των σεναρίων που θα συμπεριλάβουν τα τεστ αντοχής. Τα σενάρια που επεξεργάζεται η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η νεοϊδρυθείσα Ευρωπαϊκή Αρχή του τραπεζικού συστήματος θα είναι ‘εύλογα’ και όχι ακραία, σύμφωνα με πηγές προσκείμενες στο θέμα. Με άλλα λόγια, θα είναι εντός των βασικών προβλέψεων των αγορών αλλά δεν θα υπερβάλλουν ως προς τις πιο ζοφερές τους προβλέψεις. Αυτό δημιουργεί φόβους ότι τα τεστ αντοχής για άλλη μια φορά δεν θα είναι επαρκώς αυστηρά και ότι, όπως έγινε και με την περίπτωση της ιρλανδικής οικονομίας πέρσι, η πραγματικότητα μπορεί να αποδειχτεί πολύ χειρότερη.

Το δεύτερο ζήτημα αφορά την ποιότητα των υπό έλεγχο κεφαλαίων. Τα τεστ αντοχής της περασμένης άνοιξης απαιτούσαν οι τράπεζες να ανταποκρίνονται στο στόχο του 6% του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας Tier 1, που όμως συμπεριλαμβάνει ομόλογα μειωμένης εξασφάλισης και άλλα εργαλεία, και όχι στον δείκτη υψηλότερης ποιότητας Core Tier 1, που είχε χρησιμοποιηθεί στα τεστ αντοχής των αμερικανικών τραπεζών του 2009. Ο λόγος που δόθηκε γι’ αυτό πέρσι είναι ότι ο δείκτης Tier 1 αποτελεί το μόνο νόμιμο μέτρο κεφαλαίων και πως ο δείκτης Core Tier 1 δεν είναι χρήσιμο μέτρο για την εκτίμηση των κεφαλαιακών αναγκών πολλών ευρωπαϊκών ταμιευτηρίων. Αλλά είναι πολύ πιθανό να δούμε ένα νέο γύρο αναταραχών στις αγορές αν η ΕΕ επιμείνει ξανά σε αυτήν την επιλογή, πολύ περισσότερο από τη στιγμή που η νέα Βασιλεία εισήγαγε ένα ελάχιστο 7% Core Tier 1 και είναι πιθανό να προσθέσει απαιτήσεις για επιπλέον κεφάλαια ασφαλείας προκειμένου για τις μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου.

Το τρίτο ζήτημα αφορά τη ρευστότητα, που αποτέλεσε τη μεγαλύτερη παράλειψη των προηγούμενων τεστ. Αυτό που σε τελική ανάλυση οδήγησε στην κατάρρευση του ιρλανδικού τραπεζικού συστήματος είναι ότι είχε ξεμείνει από κατάλληλες εγγυήσεις προκειμένου να αντλήσει χρηματοδότηση από την ΕΚΤ. Πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες, και ιδίως οι τράπεζες της Ελλάδας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας εξαρτούν σε μεγάλο βαθμό τη χρηματοδότησή τους από την ΕΚΤ επειδή δεν έχουν πρόσβαση στις χρηματαγορές. Είναι κατανοητό ωστόσο ότι όποια τεστ ρευστότητας κι αν διεξαχθούν στα πλαίσια των ευρωπαϊκών τεστ αντοχής, θα αποτελούν ξεχωριστά τεστ και τα αποτελέσματά τους δεν θα ανακοινωθούν.

Το τέταρτο ζήτημα έχει να κάνει με το ποια στρατηγική θα υιοθετήσουν τα νέα τεστ αντοχής απέναντι στα κρατικά χρεόγραφα. Τα τελευταία τεστ απέφυγαν το ζήτημα. Αν και περιλάμβαναν το ενδεχόμενο ενός ‘κουρέματος’ στα κρατικά ομόλογα του χαρτοφυλακίου ‘διαθέσιμα προς πώληση’ των τραπεζών, δεν το περιλάμβαναν στα ομόλογα του χαρτοφυλακίου ‘διακράτηση ως τη λήξη’, όπου όμως η πλειοψηφία των τραπεζών κρατά τα ομόλογα της. Επιπλέον το κούρεμα που υιοθετήθηκε σε ορισμένες γνωστές περιπτώσεις ήταν χαμηλότερο από τις ζημιές που έχουν ήδη αποτιμηθεί από την αγορά και έχουν ενσωματωθεί στις τιμές.

Η Ευρωπαϊκή Αρχή του τραπεζικού συστήματος δεν έχει αποφασίσει ακόμη ποια προσέγγιση θα υιοθετήσει αυτή τη φορά, αλλά θεωρεί πώς η ανακοίνωση εκτεταμένων στοιχείων σχετικά με τα χαρτοφυλάκια ομολόγων των τραπεζών ήταν ένα από τα σημεία επιτυχίας των τελευταίων τεστ αντοχής, υποστηρίζουν πηγές προσκείμενες στο θέμα. Φαίνεται επομένως εύλογο να υποθέσουμε ότι θα υιοθετήσει ξανά την ίδια προσέγγιση και ότι θα επιτρέψει στην αγορά να δώσει την τελική απόφανση για τα αποτελέσματα.

Το πέμπτο ζήτημα αφορά την ανάγκη για εσωτερικό έλεγχο των εθνικών αποτελεσμάτων. Πρόκειται για ζήτημα ζωτικής σημασίας που έλειπε από τα τελευταία τεστ αντοχής. Αλλά ενώ ο εσωτερικός έλεγχος θα αποτελεί σίγουρα στοιχείο των νέων τεστ, είναι απίθανο να πάει πολύ μακριά. Μια από τις βασικές αποτυχίες της συμφωνίας περί τα τραπεζικά κεφάλαια της Βασιλείας είναι ο μεγάλος βαθμός διακριτικότητας που επιτρέπει στις ιδιωτικές τράπεζες και τις εθνικές εποπτικές αρχές ώστε να υπολογίζουν τις κεφαλαιακές τους απαιτήσεις στη βάση των δικών τους εσωτερικών μοντέλων. Υπάρχει λοιπόν έντονη καχυποψία μεταξύ των επενδυτών ότι ορισμένες εποπτικές αρχές … δολοπλοκούν με τις τράπεζες τους στη χρήση υπερβολικά αισιόδοξων προσδοκιών που επιτρέπουν στις τράπεζες να υπερτιμούν την κεφαλαιακή τους επάρκεια. Κάθε αξιόπιστος εσωτερικός έλεγχος πρέπει να συμπεριλαμβάνει μια λεπτομερή έκθεση αυτών των εσωτερικών μοντέλων και των υποκείμενων προϋποθέσεων.

Το έκτο ζήτημα αφορά τη δημοσιότητα. Είναι απίστευτο αλλά οι αρχές της ΕΕ συζητούν αν θα ανακοινώσουν τα αποτελέσματα των τεστ. Στην καρδιά αυτή της συζήτησης βρίσκεται η απόκλιση ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Αρχή του τραπεζικού τομέα και τις εθνικές κυβερνήσεις για το αν υπάρχουν αξιόπιστα σχέδια για τις τράπεζες που δεν θα καταφέρουν να ανταποκριθούν στα κριτήρια των τεστ. Αν δεν υπάρχει τέτοιο σχέδιο, η Ευρωπαϊκή Αρχή φοβάται πως η δημοσιότητα απλά θα κατατείνει στην περαιτέρω αποσταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος. Με δεδομένο το πλήγμα στην εμπιστοσύνη που θα σημάνει η μη δημοσίευση των αποτελεσμάτων πάντως, το πιθανότερο είναι πως τα αποτελέσματα θα ανακοινωθούν.

Και όλα αυτά αναπόφευκτα μας πάνε στην καρδιά του τελευταίου και μεγαλύτερου προβλήματος των τεστ αντοχής – και του λόγου για τον οποίο η ΕΕ δυσκολεύεται τόσο πολύ να αντιμετωπίσει την κρίση. Πολλές από τις χώρες με προβληματικά τραπεζικά συστήματα δεν έχουν τη δυνατότητα να σώσουν τις τράπεζες τους χρηματοδοτώντας τις αν αποτύχουν στα τεστ – ή τουλάχιστον όχι χωρίς να ασκήσουν τεράστιες πιέσεις στην δική τους πιστοληπτική αξιολόγηση, που με τη σειρά τους θα γυρίσουν πίσω και θα πλήξουν το τραπεζικό σύστημα μέσω της αύξησης του κόστους χρηματοδότησής του, όσο καλή κι αν κι η κατάσταση του τραπεζικού συστήματος.

Η πολύ μεγάλη δυσκολία είναι ότι η μοναδική λύση σ’ αυτό το πρόβλημα είναι η χρήση του ευρωπαϊκού μηχανισμού διάσωσης για την αποκατάσταση της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών και την παροχή εγγυήσεων για τα χρέη τους. Η λύση αυτή όμως αποτελεί ‘ανάθεμα’ για τις εθνικές κυβερνήσεις που δεν θέλουν να επιβαρύνουν κι άλλο τους φορολογούμενους τους με τα χρέη των αστόχαστων εταίρων. Συν τοις άλλοις, καμιά κυβέρνηση δεν πρόκειται να προσυπογράψει κάτι τέτοιο δίχως αξιόπιστα τεστ αντοχής – και αυτό κλείνει τον φαύλο κύκλο…