Σελίδα 1 από 1

Όχι άλλες δικαιολογίες για την Ευρωζώνη

Δημοσιεύτηκε: Πέμ 13 Ιαν 2011, 08:47
από Agrafos
Είναι ίσως αναμενόμενο από έναν αντιευρωπαϊστή Βρετανό πολιτικό ή από έναν ‘σορτάκια’ τραπεζίτη της Νέας Υόρκης να εκφράζουν επιφυλάξεις απέναντι στο μέλλον του ευρώ. Αλλά όταν οι επιφυλάξεις προέρχονται από έναν εκ των ιδρυτών της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης πρέπει όλοι να αποδώσουν τη δέουσα προσοχή.

Ο Ότμαρ Ίσινγκ είναι γνωστός αρχιτέκτονας του ευρώ. Υπηρέτησε ως πρώτος κύριος οικονομολόγος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από το 1998 ως το 2006 και θεωρείται ένας από τους πιο αξιοπρεπείς και σκεπτόμενους σχεδιαστές πολιτικής της γερμανικής δημόσιας ζωής. Ο Ίσινγκ υποστηρίζει κατά τρόπο φυσιολογικό την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, όπως κάνουν και οι περισσότεροι Γερμανοί της γενιάς του – σήμερα πλησιάζει τα 75 του χρόνια. Και δεν υπήρξε ποτέ κανένας … ρομαντικός της ΟΝΕ. Κατά τη διάρκεια της 8ετούς του θητείας στο στρατηγείο της Φρανκφούρτης ο Ίσινγκ συνήθιζε να προειδοποιεί ότι το ευρώ αποτελούσε πείραμα και όχι τελικό στόχο.

Όμως σε άρθρο του που δημοσίευσε την Τρίτη, ο Ότμαρ Ίσινγκ πήγε ένα βήμα παραπέρα, προειδοποιώντας ότι η αντίδραση της Ευρώπης στην κρίση χρέους, σε συνδυασμό με τις σπάταλες δημοσιονομικές πολιτικές των επιμέρους κρατών, αν δεν διορθωθούν, ενδέχεται να απειλήσουν την επιβίωση της νομισματικής ένωσης. Αυτή του τη θέση τη στηρίζει με δύο επιχειρήματα. Πρώτον, λέει ότι η διάσωση της Ελλάδας και της Ιρλανδίας διακινδυνεύουν να θέσουν σε κίνηση μια ροπή προς μια ‘ένωση μεταβιβάσεων’ χωρίς επιστροφή. Αυτό, όμως, προσθέτει, θα δώσει στις υπερχρεωμένες χώρες «τη δυνατότητα να εκβιάζουν τα πιο υγιή κράτη μέλη» – εκ των οποίων το πιο προφανές παράδειγμα είναι η Γερμανία. Οι πολιτικές και οικονομικές εντάσεις που αναπόφευκτα θα ακολουθήσουν μπορούν να αποδειχτούν μοιραίες για το ευρώ.

Το δεύτερο επιχείρημα του Ίσινγκ είναι ότι ελάχιστοι λόγοι συντρέχουν για να μας επιτρέψουν να πιστεύουμε ότι η αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης με ένα πιο αυστηρό πλαίσιο θα γίνει περισσότερο σεβαστό απ’ ό,τι ήταν το παλαιό καθεστώς. Σαν σχεδιαστής πολιτικής που είχε εποπτεία των πραγμάτων, ο Γερμανός οικονομολόγος είναι σε θέση να γνωρίζει ότι το 2003 η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία ευνούχισαν ανελέητα το παλαιό σύμφωνο. Γνωρίζει δηλαδή καλά τι είναι ικανές να κάνουν οι κυβερνήσεις.

Μπορεί κανείς να κατηγορήσει την ανάλυση του Ίσινγκ επειδή δεν αποδίδει τη δέουσα προσοχή στις ανισορροπίες του ιδιωτικού τομέα, τις αστόχαστες συμπεριφορές των τραπεζών και τα προβλήματα ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού τομέα που συνέβαλαν στα σημερινά προβλήματα της Ευρωζώνης τόσο όσο και η κρατική σπατάλη. Και ναι μεν έχει δίκιο να υποστηρίζει ότι τα εγχειρήματα διάσωσης των δοκιμαζόμενων χωρών από την ΕΕ και το ΔΝΤ δεν μπορούν να συνεχίζονται επ’ άπειρον, αλλά αυτό απαιτεί ένα ερώτημα για το αν θα γίνουν οι διακανονισμοί για την αναδιάρθρωση του χρέους και αν ναι, με ποιο τρόπο θα εμπλακούν σε αυτήν οι ιδιώτες πιστωτές.

Ακόμη και έτσι όμως η παρέμβαση Ίσινγκ μετράει επειδή δείχνει πόσο σοβαρή είναι η κρίση. Οι σχεδιαστές πολιτικής της Ευρωζώνης δεν έχουν πια δικαιολογίες για να αποφεύγουν τις σκληρές επιλογές που χρειάζονται για τη διασφάλιση της επιβίωσης του κοινού νομίσματος.

Διαφορετικές απόψεις

Η Ευρωζώνη μοιάζει πολύ διαφορετική, ανάλογα από ποια πρωτεύουσα θα τη δει κανείς. Στη Λισσαβόνα, όλα είναι γκρίζα. Παρά τη φαινομενική επιτυχία της χθεσινής δημοπρασίας ομολόγων, η Πορτογαλία είναι παγιδευμένη σε ένα πτωτικό ντόμινο. Στη Μαδρίτη, ακούγονται τα προανακρούσματα. Οι επενδυτές μπορούν να αφουγκραστούν το τικ τακ της ωρολογιακής βόμβας του τραπεζικού τομέα – και το ταμείο διάσωσης των ισπανικών τραπεζών ύψους 100 δις ευρώ πάσχει από επικίνδυνα προβλήματα υποχρηματοδότησης.

Στο Βερολίνο αντιθέτως τα πράγματα μοιάζουν πολύ πιο φωτεινά. Τα προκαταρκτικά στοιχεία της Τετάρτης έδειξαν ότι το γερμανικό ΑΕΠ κατέγραψε αύξηση 3,6% το 2010. Πρόκειται για τον υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης της Γερμανίας εδώ και 20 χρόνια, δηλαδή μετά την ενοποίηση. Τα γερμανικά νούμερα είναι εντυπωσιακά. Κι εξηγούν γιατί οι φωνές από τη Γερμανία για το πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί η κρίση της Ευρωζώνης μοιάζουν τόσο άσχετες με την πραγματικότητα της περιφέρειας. Υπάρχουν πολλοί Γερμανοί πολιτικοί που είναι διατεθειμένοι να βοηθήσουν τους εταίρους του στην Ευρωζώνη να τα βγάλουν πέρα με τα δημοσιονομικά τους προβλήματα, αλλά οι ψηφοφόροι δεν εναγκαλίζονται τις αρχές της διασυνοριακής αλληλεγγύης και το 2011 θα γίνουν στη Γερμανία 7 περιφερειακές εκλογικές αναμετρήσεις.

Μέχρι στιγμής η ηγεσία της Ευρωζώνης διακρίνεται πρωτίστως από αναποφασιστικότητα. Όμως υπάρχει ένα βασικό πρόσωπο που δείχνει ότι γνωρίζει για τι μιλάει. Ο επίτροπος οικονομικών και νομισματικών υποθέσεων Όλι Ρεν, ο άνθρωπος που είναι επιφορτισμένος με τη διαχείριση της κρίσης στην Ευρωζώνη, δήλωσε χτες ότι τα χρηματοδοτικά οχήματα για την παροχή συνδρομής στα κράτη μέλη που έχουν πληγεί από την κρίση πρέπει να αυξήσουν τον αριθμό των κονδυλίων τους, αλλά «και να διευρυνθεί το πλαίσιο των δραστηριοτήτων τους».

Το πρώτο μέτρο – η αύξηση της δυνατότητας δανεισμού του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας – είναι απολύτως απαραίτητη αν πρόκειται να ανταποκριθεί σε οιοδήποτε αίτημα συνδρομής από την πλευρά της Ισπανίας. Το δεύτερο μέτρο είναι ακόμη πιο σημαντικό. Το Ευρωπαϊκό Ταμείο Οικονομικής Σταθερότητας αποτέλεσε μέχρι στιγμής ένα δημιούργημα του φόβου που κυριάρχησε εκείνο το Σαββατοκύριακο του περασμένου Μαΐου. Σήμερα πρέπει να ενισχυθούν οι δυνατότητές του ώστε να μπορεί όχι μόνο να δανείζει τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης αλλά να το κάνει και με βιώσιμα επιτόκια. Στόχος του Ευρωπαϊκού Ταμείου είναι να βοηθήσει τις χώρες δανειολήπτες να βγουν από τη μαύρη τρύπα του χρέους, όχι να τους ρίξει μερικά φτυάρια χώμα για να τις αποτελειώσει. Αυτό πρέπει να αναγνωριστεί από όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.