Το ντόμινο των PIGS
Δημοσιεύτηκε: Παρ 16 Απρ 2010, 08:37
Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί δεν διαχειρίστηκαν σωστά το πρόβλημα του ελληνικού δημόσιου χρέους. Οι επικεφαλής των κυβερνήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αρχικά απέρριψαν την ιδέα της ανάμιξης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην υπόθεση, αλλά δεν είχαν εναλλακτικό σχέδιο.
Είναι δύσκολο θα αποφύγουμε το συμπέρασμα ότι το κίνητρο για την απόρριψη της ανάμειξης του ΔΝΤ είχε σε κάποιο βαθμό να κάνει με την απροθυμία του Γάλλου προέδρου Νικολά Σαρκοζί να δει τον διευθυντή του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος-Καν να συνδράμει από την Ουάσιγκτον στη διάσωση της Ευρωζώνης. Ο Στρος-Καν είναι πιθανόν να αποτελέσει τον σοσιαλιστή αντίπαλο του Σαρκοζί στις επόμενες γαλλικές προεδρικές εκλογές.
Πρέπει να θεωρούμε άραγε την περίπτωση της Ελλάδας ως την κρίσιμη εκείνη προειδοποίηση που μας λέει ότι η ΟΝΕ της Ευρώπης είναι στα πρόθυρα της διάλυσης, και τις άλλες τρεις χώρες του περίφημου PIGS (Πορτογαλία, Ιταλία και Ισπανία) έτοιμες να πέσουν σαν ντόμινο;
Ο Τζορτζ Σόρος υποστηρίζει ότι μπορεί τα πράγματα να έχουν κι έτσι και αποδίδει πιθανότητες μόνο 50% επιβίωσης της Ευρωζώνης στην παρούσα μορφή της.
Αυτό που σίγουρα αναδεικνύει το ελληνικό επεισόδιο είναι οι ρωγμές στη διακυβέρνηση του ευρώ – ρωγμές που δεν εκπλήσσουν καθόλου ορισμένους από εκείνους που πρωτοστάτησαν στη δημιουργία του κοινού νομίσματος. Ο Χέλμουτ Κολ, για παράδειγμα, που αποτέλεσε έναν από τους κυριότερους πατέρες του ευρώ, είχε δηλώσει το 1991 ότι «η ιδέα της βιωσιμότητας μιας οικονομικής και νομισματικής ένωσης σε βάθος χρόνου δίχως πολιτική ένωση αποτελεί πλάνη».
Από το αντίθετο στρατόπεδο, η Μάργκαρετ Θάτσερ έχει γράψει στα απομνημονεύματά της: «Πιστεύω ότι το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα είναι προορισμένο να αποτύχει, οικονομικά, πολιτικά, και εν τέλει κοινωνικά, αν και είναι ασαφή ο χρόνος, οι περιστάσεις και οι επιπτώσεις της αποτυχίας του».
Μπορεί οι περισσότεροι από τους Ευρωπαίους πολιτικούς ηγέτες να μην συμφωνούν με αυτές τις δύο ‘αποκαλυπτικές’ προβλέψεις, όμως τείνουν να συμφωνήσουν με την άποψη ότι υπάρχει ανάγκη για αλλαγές και ότι η ελληνική περίπτωση αποκάλυψε μια ρωγμή στο κέντρο του ευρωπαϊκού σχεδίου. Ο Σαρκοζί, για παράδειγμα, έχει επαναφέρει μια από μακρόν διατυπωμένη γαλλική πρόταση για την εγκαθίδρυση κάποιου τύπου οικονομικής διακυβέρνησης στην Ευρώπη που θα λειτουργεί ως αντιστάθμισμα στην ΕΚΤ.
Οι Γάλλοι κατά κανόνα προωθούν τη συγκεκριμένη πρόταση για να περιορίσουν μερικώς την επιρροή της ΕΚΤ στις νομισματικές αποφάσεις, που τις θεωρούν ενίοτε εχθρικές στην ανάπτυξη και την απασχόληση, ή για να αποτρέψουν άλλες χώρες από την υιοθέτηση αθέμιτων φορολογικών πολιτικών (η ‘αθέμιτη’ φορολογική πολιτική συνήθως ορίζεται σαν φορολογικοί συντελεστές χαμηλότεροι των αντίστοιχων γαλλικών).
Στο παρελθόν οι Γερμανοί απέρριπταν τα γαλλικά επιχειρήματα αλλά τώρα έχουν γίνει λίγο πιο δεκτικοί. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε όμως εστιάζει στο ζήτημα των ‘αδύναμων κρίκων’ και προωθεί πρόταση για την ίδρυση ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου που θα παράσχει συνδρομή σε χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα σαν της Ελλάδας, χονδρικά με βάση τα πρότυπα του ΔΝΤ. Η ιδέα έχει λογική βάση. Το μειονέκτημά της είναι ότι για να υλοποιηθεί απαιτείται αλλαγή των ευρωπαϊκών συνθηκών, που με τη σειρά της απαιτεί την ομόφωνη συγκατάθεση των 27 χωρών μελών και θετική ψήφο στα δημοψηφίσματα που θα πρέπει να διεξαχθούν σε ορισμένες εξ αυτών των χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Μεγάλης Βρετανίας αν οι Συντηρητικοί του Ντέβιντ Κάμερον κερδίσουν τις επερχόμενες εκλογές.
Αλλά την επαύριο των αρνητικών δημοψηφισμάτων για την Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη στη Γαλλία, την Ολλανδία και την Ιρλανδία είναι μάλλον αδιανόητο ότι οι επικεφαλής των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων θα συμφωνήσουν να ξαναπάρουν αυτό το δρόμο. Και τίποτα δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσα σε ένα χρονοδιάγραμμα ικανό να προσφέρει την αναγκαία στήριξη στα άλλα μέλη των PIGS. Θα έχουν πέσει σαν ντόμινο πριν επιτευχθεί συμφωνία.
Επομένως βραχυπρόθεσμα θα πρέπει να εμπλακεί το ΔΝΤ, αν χρειαστεί τέτοια υποστήριξη, και ο Σαρκοζί θα πρέπει να καταπιεί την περηφάνια του. Αλλά μακροπρόθεσμα χρειάζεται πράγματι ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο; Όχι. Ούτε η ευρωπαϊκή οικονομική διακυβέρνηση είναι απολύτως απαραίτητη. Αυτό που είναι απαραίτητο, αντίθετα, είναι η συλλογική συμφωνία και δέσμευση στη δημοσιονομική πειθαρχία. Και η αναβίωση του Σύμφωνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης που τόσο επιπόλαια εγκαταλείφθηκε – κατά ειρωνικό τρόπο όταν η Γαλλία και η Γερμανία βρήκαν τους κανόνες του πολύ περιοριστικούς.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να μελετήσουν το κείμενο του Ότμαρ Ίσινγκ με τίτλο «Το Ευρώ - Ένα Νόμισμα Χωρίς Κράτος». Το κείμενο αυτό είχε δημοσιευτεί τον Δεκέμβριο του 2008, πριν την έναρξη της κρίσης του χρέους. Ο Ίσινγκ ήταν ο κύριος οικονομολόγος της ΕΚΤ στα χρόνια του σχηματισμού της και γνωρίζει καλύτερα από κάθε άλλον πώς λειτουργεί μια νομισματική ένωση στην πράξη. Υποστηρίζει ότι «το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης περιλαμβάνει όλους τους κανόνες που είναι απαραίτητοι για τη λειτουργία της ΟΝΕ. Δεν υπάρχει ανάγκη για περαιτέρω συντονισμό των μακροοικονομικών πολιτικών».
Η Ευρώπη δεν χρειάζεται το γαλλικό σχέδιο για τον συντονισμό των ευρωπαϊκών φορολογικών πολιτικών, ούτε άλλο ένα ΔΝΤ. Αυτό που πρέπει να κάνει είναι να δεσμευτεί στη δημοσιονομική πειθαρχία προκειμένου να αποτρέψει άλλες χώρες από τους εκτροχιασμούς που πραγματοποίησαν οι Έλληνες. Όπως φαίνεται, οι Έλληνες υπέθεσαν ότι τα υπόλοιπα κράτη της Ευρώπης θα αντιπαρέρχονταν τα συνεχιζόμενα υψηλά ελλείμματά τους και πως επειδή ήταν μέλη της Ευρωζώνης, η αγορά θα αντιμετώπιζε τα ελληνικά χρεόγραφα όπως τα γερμανικά ομόλογα – στο χαλαρό…
Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης προέβλεπε ένα ανώτατο όριο 3% του ΑΕΠ για τα δημοσιονομικά ελλείμματα, εκτός κι αν υπήρχαν εξαιρετικές περιστάσεις. Οι επενδυτές καταλαβαίνουν πολύ καλά ότι σήμερα βρισκόμαστε σε εξαιρετικές περιστάσεις και ότι χρειάζεται κάποιος χρόνος για τη μείωση των ελλειμμάτων σε αυτό το επίπεδο. Αλλά αυτό πρέπει να αποτελέσει ξεκάθαρο στόχο, και να υλοποιηθεί με τη βοήθεια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που θα προσφέρει προσωρινή χρηματοδότηση όπου απαιτείται και πολιτική κάλυψη στις κυβερνήσεις που υποχρεώνονται να λάβουν σκληρές αποφάσεις για τις κρατικές δαπάνες και τη φορολογία τους.
Η δημοσιονομική πειθαρχία μπορεί να μην μοιάζει τόσο ‘οραματική’ όσο η οικονομική διακυβέρνηση. Αλλά η Ε.Ε. υποφέρει από πληθώρα οραμάτων και ελλείμματα πρακτικών μέτρων για την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών προβλημάτων της. Είναι καιρός να αποκαταστήσει αυτή την ανισορροπία, διαφορετικά οι ζοφερές προβλέψεις του Σόρος μπορεί να επαληθευτούν.
Είναι δύσκολο θα αποφύγουμε το συμπέρασμα ότι το κίνητρο για την απόρριψη της ανάμειξης του ΔΝΤ είχε σε κάποιο βαθμό να κάνει με την απροθυμία του Γάλλου προέδρου Νικολά Σαρκοζί να δει τον διευθυντή του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος-Καν να συνδράμει από την Ουάσιγκτον στη διάσωση της Ευρωζώνης. Ο Στρος-Καν είναι πιθανόν να αποτελέσει τον σοσιαλιστή αντίπαλο του Σαρκοζί στις επόμενες γαλλικές προεδρικές εκλογές.
Πρέπει να θεωρούμε άραγε την περίπτωση της Ελλάδας ως την κρίσιμη εκείνη προειδοποίηση που μας λέει ότι η ΟΝΕ της Ευρώπης είναι στα πρόθυρα της διάλυσης, και τις άλλες τρεις χώρες του περίφημου PIGS (Πορτογαλία, Ιταλία και Ισπανία) έτοιμες να πέσουν σαν ντόμινο;
Ο Τζορτζ Σόρος υποστηρίζει ότι μπορεί τα πράγματα να έχουν κι έτσι και αποδίδει πιθανότητες μόνο 50% επιβίωσης της Ευρωζώνης στην παρούσα μορφή της.
Αυτό που σίγουρα αναδεικνύει το ελληνικό επεισόδιο είναι οι ρωγμές στη διακυβέρνηση του ευρώ – ρωγμές που δεν εκπλήσσουν καθόλου ορισμένους από εκείνους που πρωτοστάτησαν στη δημιουργία του κοινού νομίσματος. Ο Χέλμουτ Κολ, για παράδειγμα, που αποτέλεσε έναν από τους κυριότερους πατέρες του ευρώ, είχε δηλώσει το 1991 ότι «η ιδέα της βιωσιμότητας μιας οικονομικής και νομισματικής ένωσης σε βάθος χρόνου δίχως πολιτική ένωση αποτελεί πλάνη».
Από το αντίθετο στρατόπεδο, η Μάργκαρετ Θάτσερ έχει γράψει στα απομνημονεύματά της: «Πιστεύω ότι το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα είναι προορισμένο να αποτύχει, οικονομικά, πολιτικά, και εν τέλει κοινωνικά, αν και είναι ασαφή ο χρόνος, οι περιστάσεις και οι επιπτώσεις της αποτυχίας του».
Μπορεί οι περισσότεροι από τους Ευρωπαίους πολιτικούς ηγέτες να μην συμφωνούν με αυτές τις δύο ‘αποκαλυπτικές’ προβλέψεις, όμως τείνουν να συμφωνήσουν με την άποψη ότι υπάρχει ανάγκη για αλλαγές και ότι η ελληνική περίπτωση αποκάλυψε μια ρωγμή στο κέντρο του ευρωπαϊκού σχεδίου. Ο Σαρκοζί, για παράδειγμα, έχει επαναφέρει μια από μακρόν διατυπωμένη γαλλική πρόταση για την εγκαθίδρυση κάποιου τύπου οικονομικής διακυβέρνησης στην Ευρώπη που θα λειτουργεί ως αντιστάθμισμα στην ΕΚΤ.
Οι Γάλλοι κατά κανόνα προωθούν τη συγκεκριμένη πρόταση για να περιορίσουν μερικώς την επιρροή της ΕΚΤ στις νομισματικές αποφάσεις, που τις θεωρούν ενίοτε εχθρικές στην ανάπτυξη και την απασχόληση, ή για να αποτρέψουν άλλες χώρες από την υιοθέτηση αθέμιτων φορολογικών πολιτικών (η ‘αθέμιτη’ φορολογική πολιτική συνήθως ορίζεται σαν φορολογικοί συντελεστές χαμηλότεροι των αντίστοιχων γαλλικών).
Στο παρελθόν οι Γερμανοί απέρριπταν τα γαλλικά επιχειρήματα αλλά τώρα έχουν γίνει λίγο πιο δεκτικοί. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε όμως εστιάζει στο ζήτημα των ‘αδύναμων κρίκων’ και προωθεί πρόταση για την ίδρυση ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου που θα παράσχει συνδρομή σε χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα σαν της Ελλάδας, χονδρικά με βάση τα πρότυπα του ΔΝΤ. Η ιδέα έχει λογική βάση. Το μειονέκτημά της είναι ότι για να υλοποιηθεί απαιτείται αλλαγή των ευρωπαϊκών συνθηκών, που με τη σειρά της απαιτεί την ομόφωνη συγκατάθεση των 27 χωρών μελών και θετική ψήφο στα δημοψηφίσματα που θα πρέπει να διεξαχθούν σε ορισμένες εξ αυτών των χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Μεγάλης Βρετανίας αν οι Συντηρητικοί του Ντέβιντ Κάμερον κερδίσουν τις επερχόμενες εκλογές.
Αλλά την επαύριο των αρνητικών δημοψηφισμάτων για την Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη στη Γαλλία, την Ολλανδία και την Ιρλανδία είναι μάλλον αδιανόητο ότι οι επικεφαλής των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων θα συμφωνήσουν να ξαναπάρουν αυτό το δρόμο. Και τίποτα δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσα σε ένα χρονοδιάγραμμα ικανό να προσφέρει την αναγκαία στήριξη στα άλλα μέλη των PIGS. Θα έχουν πέσει σαν ντόμινο πριν επιτευχθεί συμφωνία.
Επομένως βραχυπρόθεσμα θα πρέπει να εμπλακεί το ΔΝΤ, αν χρειαστεί τέτοια υποστήριξη, και ο Σαρκοζί θα πρέπει να καταπιεί την περηφάνια του. Αλλά μακροπρόθεσμα χρειάζεται πράγματι ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο; Όχι. Ούτε η ευρωπαϊκή οικονομική διακυβέρνηση είναι απολύτως απαραίτητη. Αυτό που είναι απαραίτητο, αντίθετα, είναι η συλλογική συμφωνία και δέσμευση στη δημοσιονομική πειθαρχία. Και η αναβίωση του Σύμφωνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης που τόσο επιπόλαια εγκαταλείφθηκε – κατά ειρωνικό τρόπο όταν η Γαλλία και η Γερμανία βρήκαν τους κανόνες του πολύ περιοριστικούς.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να μελετήσουν το κείμενο του Ότμαρ Ίσινγκ με τίτλο «Το Ευρώ - Ένα Νόμισμα Χωρίς Κράτος». Το κείμενο αυτό είχε δημοσιευτεί τον Δεκέμβριο του 2008, πριν την έναρξη της κρίσης του χρέους. Ο Ίσινγκ ήταν ο κύριος οικονομολόγος της ΕΚΤ στα χρόνια του σχηματισμού της και γνωρίζει καλύτερα από κάθε άλλον πώς λειτουργεί μια νομισματική ένωση στην πράξη. Υποστηρίζει ότι «το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης περιλαμβάνει όλους τους κανόνες που είναι απαραίτητοι για τη λειτουργία της ΟΝΕ. Δεν υπάρχει ανάγκη για περαιτέρω συντονισμό των μακροοικονομικών πολιτικών».
Η Ευρώπη δεν χρειάζεται το γαλλικό σχέδιο για τον συντονισμό των ευρωπαϊκών φορολογικών πολιτικών, ούτε άλλο ένα ΔΝΤ. Αυτό που πρέπει να κάνει είναι να δεσμευτεί στη δημοσιονομική πειθαρχία προκειμένου να αποτρέψει άλλες χώρες από τους εκτροχιασμούς που πραγματοποίησαν οι Έλληνες. Όπως φαίνεται, οι Έλληνες υπέθεσαν ότι τα υπόλοιπα κράτη της Ευρώπης θα αντιπαρέρχονταν τα συνεχιζόμενα υψηλά ελλείμματά τους και πως επειδή ήταν μέλη της Ευρωζώνης, η αγορά θα αντιμετώπιζε τα ελληνικά χρεόγραφα όπως τα γερμανικά ομόλογα – στο χαλαρό…
Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης προέβλεπε ένα ανώτατο όριο 3% του ΑΕΠ για τα δημοσιονομικά ελλείμματα, εκτός κι αν υπήρχαν εξαιρετικές περιστάσεις. Οι επενδυτές καταλαβαίνουν πολύ καλά ότι σήμερα βρισκόμαστε σε εξαιρετικές περιστάσεις και ότι χρειάζεται κάποιος χρόνος για τη μείωση των ελλειμμάτων σε αυτό το επίπεδο. Αλλά αυτό πρέπει να αποτελέσει ξεκάθαρο στόχο, και να υλοποιηθεί με τη βοήθεια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που θα προσφέρει προσωρινή χρηματοδότηση όπου απαιτείται και πολιτική κάλυψη στις κυβερνήσεις που υποχρεώνονται να λάβουν σκληρές αποφάσεις για τις κρατικές δαπάνες και τη φορολογία τους.
Η δημοσιονομική πειθαρχία μπορεί να μην μοιάζει τόσο ‘οραματική’ όσο η οικονομική διακυβέρνηση. Αλλά η Ε.Ε. υποφέρει από πληθώρα οραμάτων και ελλείμματα πρακτικών μέτρων για την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών προβλημάτων της. Είναι καιρός να αποκαταστήσει αυτή την ανισορροπία, διαφορετικά οι ζοφερές προβλέψεις του Σόρος μπορεί να επαληθευτούν.