Τ.Τ.: Στην Εθνική, στην Eurobank ή... τριπλό deal;
Δημοσιεύτηκε: Τρί 24 Μάιος 2011, 14:14
Μια καθαρά... οικογενειακή υπόθεση του εγχώριου τραπεζικού συστήματος θα είναι, όπως εκτιμούν οι περισσότεροι παράγοντες της αγοράς, η διαδικασία ιδιωτικοποίησης του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου: επικρατέστεροι διεκδικητές είναι η Εθνική Τράπεζα και η Eurobank, ενώ, σύμφωνα με τα πιο ευφάνταστα σενάρια που κυκλοφορούν στην αγορά, δεν θα πρέπει να αποκλείεται ένα τριπλό deal, μεταξύ Εθνικής-Eurobank και Τ.Τ. για τη δημιουργία ενός τραπεζικού εθνικού πρωταθλητή.
Ύστερα από χρόνια προβληματισμού διαδοχικών κυβερνήσεων για το αν το Τ.Τ. θα πρέπει να περάσει στον ιδιωτικό τομέα -η ιστορία άρχισε ήδη από την εποχή Χριστοδουλάκη στο υπουργείο Οικονομικών-, η κυβέρνηση διάλεξε μια εποχή... limit down του ενδιαφέροντος για το ίδρυμα-κουμπαρά, όπου η αξία του στο ΧΑ ούτε καν ξεπερνά τα 800 εκατ. ευρώ, για να αποφασίσει την πώληση της κρατικής συμμετοχής στο Τ.Τ. με συνοπτικές διαδικασίες.
Αναλυτές στο εξωτερικό θεωρούν βέβαιο ότι στη διαδικασία ιδιωτικοποίησης δεν πρόκειται να κάνουν την εμφάνισή τους ξένοι αγοραστές: όπως έγραψε χαρακτηριστικά χθες η ιστοσελίδα οικονομικής ενημέρωσης “zerohedge”, κανείς εκ των ξένων παικτών δεν θα πλησίαζε ούτε σε απόσταση δέκα μέτρων το διαγωνισμό, εκτός ίσως από την JP Morgan, που θα βασιζόταν σε κάποιο πρόγραμμα χρηματοδότησης της αμερικανικής κυβέρνησης και της Fed για να αγοράσει το Τ.Τ. έναντι δύο... δραχμών ανά μετοχή.
Για να γίνει αντιληπτό γιατί το Τ.Τ. δεν υπάρχει περίπτωση να προσελκύσει διεθνές ενδιαφέρον δεν χρειάζεται ιδιαίτερη σκέψη. Ένα χαρτοφυλάκιο κρατικών ομολόγων της τάξεως των 5 δισ. ευρώ, πενταπλάσιο των ιδίων κεφαλαίων του ιδρύματος, σε μια εποχή όπου ουδείς διεθνής «παίκτης» έχει αμφιβολία ότι θα υπάρξει αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, με μόνο ανοικτό ερώτημα το πότε και πώς, είναι αρκετό για να αποθαρρύνει ακόμη και τον πιο τολμηρό αγοραστή.
Δεν είναι τυχαίο ότι, παρότι από αρκετές ημέρες κυκλοφορούσε η φήμη περί επικείμενης ιδιωτικοποίησης, η μετοχή του Τ.Τ. δεν κατάφερε να ανεβεί καν στα επίπεδα της λογιστικής αξίας. Ο φόβος ενός «κουρέματος» των ομολόγων του χαρτοφυλακίου του, που όσο πιο γρήγορα γίνει τόσο πιο δυσβάστακτη ζημιά θα προκαλέσει (σε ένα σενάριο «πρόωρης» αναδιάρθρωσης χρέους τα κεφάλαια του Τ.Τ. εξανεμίζονται μέχρι... δεκάρας) κρατά, παρά τις προσδοκίες για την ιδιωτικοποίηση, την κεφαλαιοποίηση σε απόσταση 130 εκατ. ευρώ από τη λογιστική αξία (800 εκατ. ευρώ έναντι 930).
Το μοναδικό πραγματικά άξιο λόγου στοιχείο ισολογισμού του Τ.Τ. αυτή την περίοδο βρίσκεται στη στήλη του παθητικού και δεν είναι άλλο από τις πλούσιες καταθέσεις, που ξεπερνούν αρκετά το ύψος των δανείων που έχει χορηγήσει. Αυτός ο πλούτος ρευστότητας, όμως, είναι περισσότερο χρήσιμος σε κάποια ελληνική τράπεζα που θα ενδιαφερόταν να αποκτήσει το Τ.Τ. σε τιμή ευκαιρίας, παρά σε ένα ξένο «παίκτη», που θα ενδιαφερόταν για μια είσοδο στην ελληνική αγορά σε αυτή τη «μαύρη» περίοδο κρίσης.
Ουδείς στην τραπεζική αγορά ξεχνά, εξάλλου, ότι μαζί με το Τ.Τ. πηγαίνει... «πακέτο» και η συμμετοχή στην προβληματική τράπεζα T-Bank (πρώην Aspis Bank), για την οποία η σημερινή διοίκηση του ιδρύματος δεν έχει λάβει αποφάσεις. Τα νέα κεφάλαια που έχει άμεση ανάγκη η μικρή τράπεζα για να συνεχίσει τη λειτουργία της, αν τελικά δοθούν από το Τ.Τ. ελλείψει άλλου ενδιαφερόμενου, προϋποθέτουν ότι θα αυξηθεί κατά πολύ η συμμετοχή, πολύ πάνω από το... 33% παρά κάτι όπου βρίσκεται σήμερα, με συνέπεια να είναι επιβεβλημένη πλέον η απορρόφηση της μικρής τράπεζας από το Τ.Τ.
Με αυτά τα σοβαρά προβλήματα στον ορίζοντα, η ιδιωτικοποίηση φαίνεται ότι θα είναι μια καθαρά εσωτερική υπόθεση. Ασφαλώς το προβάδισμα για την εξαγορά έχει η Εθνική Τράπεζα, λόγω σχετικής οικονομικής ισχύος αυτή την περίοδο, χωρίς να αποκλείεται μια «δυνατή» διεκδίκηση και από την Eurobank -αμφότερες οι τράπεζες έχουν συμμετοχή στο Τ.Τ. που ξεπερνά το 6% του συνόλου των μετοχών, την οποία απέκτησαν πριν κορυφωθεί η σημερινή κρίση.
Ορισμένοι δεν αποκλείουν και το ενδεχόμενο να γίνει το Τ.Τ. ο καταλύτης μιας μεγάλης συγχώνευσης στον τραπεζικό κλάδο, που θα αλλάξει το χάρτη του οριστικά. Όποια εκ των δύο τραπεζών που αναμένεται να διεκδικήσουν το Τ.Τ. πετύχει την εξαγορά, θα μπορούσε ακολούθως να κινηθεί προς τη συγχώνευση με την άλλη μεγάλη δύναμη του εγχώριου τραπεζικού κλάδου, ώστε να δημιουργηθεί ένα σχήμα που θα συνδυάζει την ισχύ της Εθνικής και της Eurobank με την επάρκεια ρευστότητας του Τ.Τ. Εναλλακτικά, θα μπορούσε η κυβέρνηση να συμφωνήσει σε μια τριπλή συγχώνευση με ανταλλαγή μετοχών, που θα δημιουργούσε μια νέα μεγάλη τράπεζα με βασικούς μετόχους το Δημόσιο, τον όμιλο Λάτση και τα ασφαλιστικά ταμεία.
Προς το παρόν όλα αυτά κινούνται στη σφαίρα των σεναρίων. Το μόνο βέβαιο είναι ότι το Τ.Τ. βγαίνει προς πώληση με τους χειρότερους οιωνούς για την κυβέρνηση, καθώς κορυφώνεται η ελληνική κρίση χρέους, με ελάχιστους να πιστεύουν πραγματικά ότι η Ελλάδα μπορεί να αποφύγει την αναδιάρθρωση, αν όχι φέτος ή το 2012, πάντως από το 2013 και μετά.
Ύστερα από χρόνια προβληματισμού διαδοχικών κυβερνήσεων για το αν το Τ.Τ. θα πρέπει να περάσει στον ιδιωτικό τομέα -η ιστορία άρχισε ήδη από την εποχή Χριστοδουλάκη στο υπουργείο Οικονομικών-, η κυβέρνηση διάλεξε μια εποχή... limit down του ενδιαφέροντος για το ίδρυμα-κουμπαρά, όπου η αξία του στο ΧΑ ούτε καν ξεπερνά τα 800 εκατ. ευρώ, για να αποφασίσει την πώληση της κρατικής συμμετοχής στο Τ.Τ. με συνοπτικές διαδικασίες.
Αναλυτές στο εξωτερικό θεωρούν βέβαιο ότι στη διαδικασία ιδιωτικοποίησης δεν πρόκειται να κάνουν την εμφάνισή τους ξένοι αγοραστές: όπως έγραψε χαρακτηριστικά χθες η ιστοσελίδα οικονομικής ενημέρωσης “zerohedge”, κανείς εκ των ξένων παικτών δεν θα πλησίαζε ούτε σε απόσταση δέκα μέτρων το διαγωνισμό, εκτός ίσως από την JP Morgan, που θα βασιζόταν σε κάποιο πρόγραμμα χρηματοδότησης της αμερικανικής κυβέρνησης και της Fed για να αγοράσει το Τ.Τ. έναντι δύο... δραχμών ανά μετοχή.
Για να γίνει αντιληπτό γιατί το Τ.Τ. δεν υπάρχει περίπτωση να προσελκύσει διεθνές ενδιαφέρον δεν χρειάζεται ιδιαίτερη σκέψη. Ένα χαρτοφυλάκιο κρατικών ομολόγων της τάξεως των 5 δισ. ευρώ, πενταπλάσιο των ιδίων κεφαλαίων του ιδρύματος, σε μια εποχή όπου ουδείς διεθνής «παίκτης» έχει αμφιβολία ότι θα υπάρξει αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, με μόνο ανοικτό ερώτημα το πότε και πώς, είναι αρκετό για να αποθαρρύνει ακόμη και τον πιο τολμηρό αγοραστή.
Δεν είναι τυχαίο ότι, παρότι από αρκετές ημέρες κυκλοφορούσε η φήμη περί επικείμενης ιδιωτικοποίησης, η μετοχή του Τ.Τ. δεν κατάφερε να ανεβεί καν στα επίπεδα της λογιστικής αξίας. Ο φόβος ενός «κουρέματος» των ομολόγων του χαρτοφυλακίου του, που όσο πιο γρήγορα γίνει τόσο πιο δυσβάστακτη ζημιά θα προκαλέσει (σε ένα σενάριο «πρόωρης» αναδιάρθρωσης χρέους τα κεφάλαια του Τ.Τ. εξανεμίζονται μέχρι... δεκάρας) κρατά, παρά τις προσδοκίες για την ιδιωτικοποίηση, την κεφαλαιοποίηση σε απόσταση 130 εκατ. ευρώ από τη λογιστική αξία (800 εκατ. ευρώ έναντι 930).
Το μοναδικό πραγματικά άξιο λόγου στοιχείο ισολογισμού του Τ.Τ. αυτή την περίοδο βρίσκεται στη στήλη του παθητικού και δεν είναι άλλο από τις πλούσιες καταθέσεις, που ξεπερνούν αρκετά το ύψος των δανείων που έχει χορηγήσει. Αυτός ο πλούτος ρευστότητας, όμως, είναι περισσότερο χρήσιμος σε κάποια ελληνική τράπεζα που θα ενδιαφερόταν να αποκτήσει το Τ.Τ. σε τιμή ευκαιρίας, παρά σε ένα ξένο «παίκτη», που θα ενδιαφερόταν για μια είσοδο στην ελληνική αγορά σε αυτή τη «μαύρη» περίοδο κρίσης.
Ουδείς στην τραπεζική αγορά ξεχνά, εξάλλου, ότι μαζί με το Τ.Τ. πηγαίνει... «πακέτο» και η συμμετοχή στην προβληματική τράπεζα T-Bank (πρώην Aspis Bank), για την οποία η σημερινή διοίκηση του ιδρύματος δεν έχει λάβει αποφάσεις. Τα νέα κεφάλαια που έχει άμεση ανάγκη η μικρή τράπεζα για να συνεχίσει τη λειτουργία της, αν τελικά δοθούν από το Τ.Τ. ελλείψει άλλου ενδιαφερόμενου, προϋποθέτουν ότι θα αυξηθεί κατά πολύ η συμμετοχή, πολύ πάνω από το... 33% παρά κάτι όπου βρίσκεται σήμερα, με συνέπεια να είναι επιβεβλημένη πλέον η απορρόφηση της μικρής τράπεζας από το Τ.Τ.
Με αυτά τα σοβαρά προβλήματα στον ορίζοντα, η ιδιωτικοποίηση φαίνεται ότι θα είναι μια καθαρά εσωτερική υπόθεση. Ασφαλώς το προβάδισμα για την εξαγορά έχει η Εθνική Τράπεζα, λόγω σχετικής οικονομικής ισχύος αυτή την περίοδο, χωρίς να αποκλείεται μια «δυνατή» διεκδίκηση και από την Eurobank -αμφότερες οι τράπεζες έχουν συμμετοχή στο Τ.Τ. που ξεπερνά το 6% του συνόλου των μετοχών, την οποία απέκτησαν πριν κορυφωθεί η σημερινή κρίση.
Ορισμένοι δεν αποκλείουν και το ενδεχόμενο να γίνει το Τ.Τ. ο καταλύτης μιας μεγάλης συγχώνευσης στον τραπεζικό κλάδο, που θα αλλάξει το χάρτη του οριστικά. Όποια εκ των δύο τραπεζών που αναμένεται να διεκδικήσουν το Τ.Τ. πετύχει την εξαγορά, θα μπορούσε ακολούθως να κινηθεί προς τη συγχώνευση με την άλλη μεγάλη δύναμη του εγχώριου τραπεζικού κλάδου, ώστε να δημιουργηθεί ένα σχήμα που θα συνδυάζει την ισχύ της Εθνικής και της Eurobank με την επάρκεια ρευστότητας του Τ.Τ. Εναλλακτικά, θα μπορούσε η κυβέρνηση να συμφωνήσει σε μια τριπλή συγχώνευση με ανταλλαγή μετοχών, που θα δημιουργούσε μια νέα μεγάλη τράπεζα με βασικούς μετόχους το Δημόσιο, τον όμιλο Λάτση και τα ασφαλιστικά ταμεία.
Προς το παρόν όλα αυτά κινούνται στη σφαίρα των σεναρίων. Το μόνο βέβαιο είναι ότι το Τ.Τ. βγαίνει προς πώληση με τους χειρότερους οιωνούς για την κυβέρνηση, καθώς κορυφώνεται η ελληνική κρίση χρέους, με ελάχιστους να πιστεύουν πραγματικά ότι η Ελλάδα μπορεί να αποφύγει την αναδιάρθρωση, αν όχι φέτος ή το 2012, πάντως από το 2013 και μετά.